Η Μικρασιατική Εκστρατεία και καταστροφή σύμφωνα με επίσημες τις Τουρκικές Πηγές
Το τελευταίο διάστημα, παρατηρείται ότι όλο και περισσότερη έντονη είναι η προσπάθεια από διάφορους φορείς και «ακαδημαϊκούς κύκλους», να αποστειρωθεί κυριολεκτικά η Ελληνική Ιστορία στο όνομα μίας δήθεν «Ελληνοτουρκικής Φιλίας». Τα σχολικά βιβλία της ιστορίας σχεδιάζονται και ξαναγράφονται, ούτως ώστε να μην δημιουργούνται, σύμφωνα με την άποψη τους, οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την καλλιέργεια «αντιτουρκικού μένους», «σοβινιστικές παρεκτροπές» και κλπ γνωστές «πολιτικά ορθές» ορολογίες, οι οποίες θυμίζουν την δημόσια εκδήλωση χαράς, που ένιωθαν τότε κάποιοι μπολσεβίκοι «για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στην Μικρά Ασία», που όπως είχαν πει τότε ξεκάθαρα μέσα από το «Ριζοσπάστη», ότι όχι μόνον χάρηκαν γι’ αυτήν, αλλά και την επιδίωξαν… Ισχυρίζονται ότι όλα γίνονται για καλό σκοπό και για την ειρηνική συνεργασία και ευημερία των δύο λαών… «Δεν πρέπει να προκαλούμε» είναι η συνηθισμένη φράση που χρησιμοποιούν. Αλλά αυτοί είναι που προκαλούν, για διάφορους σοβαρούς λόγους και επίσης ακόμη προκλητικότερη είναι η ανοχή που δείχνουν στην διαστρέβλωση και την παραποίηση της Ιστορίας από την Τουρκική πλευρά.
Όπως θα δούμε και στην συνέχεια, οι Τούρκοι βλέπουν αυτήν την συγκεκριμένη περίοδο της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας από μία εντελώς διαφορετική σκοπιά. Βλέπουν την παρουσία του Ελληνικού Στρατού στις πατρογονικές εστίες της Γης της Ιωνίας σαν την επιδρομή ενός κατακτητικού στρατού, ο οποίος διακρίθηκε για την «βαρβαρότητα» του και οι Τούρκοι υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ κατόρθωσαν να ρίξουν «τον εχθρό στη θάλασσα»… Καμμία λέξη για την Γενοκτονία των ηρωικών Ποντίων στη Χώρα των Κομνηνών, καμμία λέξη για τις σφαγές των Ελληνικών πληθυσμών στην Ανατολία και τίποτε σχετικά με την Γενοκτονία των Αρμενίων. Ούτε φυσικά επίσης για τις άλλες παραμέτρους, που ευνόησαν τον Μουσταφά Κεμάλ και τους Τσέτες να αφανίσουν την Ελληνική Παρουσία στα μέρη που ήκμασε και μεγαλούργησε κατά το παρελθόν. Σύμφωνα με την επίσημη Τουρκική Ιστορία, η οποία προβαίνει σε αρκετές διαστρεβλώσεις και παραποιήσεις, οι Έλληνες έκαψαν την Σμύρνη, ήταν τα «χαϊδεμένα παιδιά» των Συμμάχων μέχρι που οι Σύμμαχοι τους «κατάλαβαν» και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά «βάρβαροι», «καταπιεστές» και «σφαγείς».
Θα ήθελα να τονίσω, πως ό,τι ακολουθεί δεν είναι πληροφορίες που προέρχονται από τις ιστοσελίδες των Γκρίζων Λύκων και των Τούρκων Ισλαμιστών, αλλά είναι αποσπάσματα κειμένων από επίσημες τουρκικές κυβερνητικές ιστοσελίδες, όπως επίσης αποσπάσματα από ένα «Αμερικανό ακαδημαϊκό» που διδάσκει στη Τουρκία και ένα απόσπασμα κειμένου από την ιστοσελίδα ενός μέσου «φιλοευρωπαϊστή» Τούρκου.
«….Η βελτίωση που εμφανίστηκε σε ζητήματα τουρκικής διπλωματίας συνοδεύτηκε με ένα στρατιωτικό θρίαμβο. Λόγω του ότι εντυπωσιάστηκαν από την βιωσιμότητα των εθνικιστικών δυνάμεων, εξ’ ίσου η Γαλλία και η Ιταλία αποσύρθηκαν από την Ανατολία από τον Οκτώβριο του 1921. Επίσης, εκείνο το έτος υπογράφτηκαν συνθήκες με την Σοβιετική Ένωση, η οποία ήταν η πρώτη Ευρωπαϊκή δύναμη που αναγνώρισε τους εθνικιστές, εξασφαλίζοντας τα σύνορα μεταξύ των δύο κρατών. Το 1919 είχε ξεσπάσει ένα πόλεμος μεταξύ των Τούρκων εθνικιστών και της αυτοανακηρυσσόμενης Αρμενικής Δημοκρατίας. Από το καλοκαίρι του 1922 κάμφθηκε η αντίσταση των Αρμενίων και οι Τούρκοι κατέλαβαν την περιοχή του Καρς. Το 1922 οι εθνικιστές αναγνώρισαν την απορρόφηση (σ.σ. έτσι αποκαλεί την κατάληψη και βίαιη ενσωμάτωση) του εναπομείναντος Αρμενικού κράτους από τους Σοβιετικούς και η μειονότητα των Αρμενίων επέστρεψε στην Αρμενία.
Η τελική επέλαση κατά των Ελλήνων ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1922, με μία μάχη που είναι γνωστή σαν Μάχη του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων. Τον Σεπτέμβριο οι Τούρκοι κινήθηκαν προς το Izmir (σ.σ. όπως αποκαλεί την Σμύρνη), όπου χιλιάδες σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της μάχης και της κατάληψης της πόλης. Οι Έλληνες στρατιώτες, όπου στριμώχτηκαν στην Σμύρνη και έφυγαν επιβαίνοντες σε Συμμαχικά πλοία, έκαψαν δυστυχώς όμως την πόλη πριν αποσυρθούν, με σκοπό να μην παραμείνει τίποτα στους Τούρκους. Αυτό ήταν το πιο τραγικό γεγονός του πολέμου.»
«Δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε την εθνική μας άμυνα, έως ότου μέχρι να πραγματοποιηθεί υποστολή των εχθρικών σημαιών από τις εστίες των πατέρων μας. Εάν οι στρατιώτες του εχθρού περιπλανώνται στην Istanbul [Πόλη], εάν οι ξένοι δεν φύγουν από τα εδάφη μας, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας» (1920)
«Μετά το Afyonkarahisar [Αφιόν Καραχισάρ] – στη Μεγάλη Μάχη του Dumplupinar, κερδίσαμε άλλη μία νίκη, που μετέτρεψε τον εχθρό εντελώς αναποτελεσματικό και τον ωθήσαμε βιαία στην Μεσόγειο και το Μαρμαρά, ώστε να γίνεται αρκετή μνεία αυτής της νίκης» (1927) (Η Ομιλία ΙΙ, παράγραφος 677)
«Αυτή η χώρα ήταν Τουρκική κατά το παρελθόν, είναι σήμερα Τουρκική και θα ζήσει σαν Τουρκική για πάντα» (1923) (Taha Toros, Οι επισκέψεις του Ατατούρκ στα Adana [Άδανα], σελ. 3)
«Το Τουρκικό Έθνος είναι ανώτερο απ’ όλα τα άλλα έθνη, όχι μόνο σε ηρωισμό, αλλά επίσης σε επιδεξιότητα και ταλέντο» (Yusuf Ziya Özer, T. T. K. Belleten,Τόμος 3ος, Τεύχος 10ο, 1939, σελ. 287)
«Τι χαρά, σε εκείνον που λέει: «Είμαι Τούρκος!» (1939) (Atatürk’s S. D. II, p. 272 )
Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει στην ίδια κυβερνητική ιστοσελίδα, η προσωπική μαρτυρία του Rauf ORBAY, η οποία δείχνει το πώς βλέπουν οι Τούρκοι τον Ατατούρκ και το πώς τον προβάλλουν: «Οι Ελληνικές δυνάμεις προέλαυναν προς την Ankara [Άγκυρα]. Συναντηθήκαμε νωρίς το πρωί στην Εθνοσυνέλευση. Επρόκειτο να πληροφορηθούμε για την κατάσταση από αυτόν. Ζήτησε ένα χάρτη της Ανατολίας και του τον φέραμε. Με μία κόκκινη πέννα σχεδίασε μια πλατιά μεγάλη γραμμή στο πίσω μέρος του Sakarya [Σαγγάριος] και δείχνοντας σ’ αυτή τη γραμμή δήλωσε: «Θα κερδίσουμε τον εχθρό, εδώ». Τον πιστέψαμε, το γιατί και πως τον πιστέψαμε, ακόμη δεν το γνωρίζω.
Ανέλαβε αυτό το καθήκον και υπερνίκησε τον εχθρό στην γραμμή που είχε σχεδιάσει. Επέστρεψε στην Άγκυρα από τον Σαγγάριο με ένα αφελή χαμόγελο. Με την δική του προσπάθεια, κέρδισε μία μάχη, η οποία θα ήταν το τέλος για την Τουρκική ανεξαρτησία, εάν την είχαμε χάσει.»
«….Υπήρχε ένας αριθμός διαφόρων και αλληλοεξαρτώμενων λόγων (σ.σ. που σύμφωνα με το Σο, «οι τοπικοί πυρήνες αντίστασης» μεταμορφώθηκαν σε ένα ενιαίο «απελευθερωτικό κίνημα»):
…2) Δεύτερος λόγος, ήταν η βαναυσότητα που εκδηλώθηκε κατά την διάρκεια της κατοχής [της Μικράς Ασίας] από τους Συμμάχους. Πεπεισμένοι από την προπαγάνδα του πολέμου, ότι οι Τούρκοι ήταν «ανίκανοι να κυβερνήσουν τον εαυτό τους, πόσο μάλλον άλλους λαούς», οι Βρεττανοί και οι Γάλλοι εφάρμοσαν αρχικά μία πολιτική, βάσει της οποίας επέβαλαν την εξουσία τους, μέσω της ενεργού συμμετοχής ντόπιων Χριστιανών, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την ανάληψη των καθηκόντων τους για να καταπιέσουν και να κακοδιοικήσουν τους Τούρκους, σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που ανέμεναν οι Σύμμαχοι. Ορφανά παιδιά τουρκικής καταγωγής, των οποίων οι γονείς είχαν σκοτωθεί κατά την διάρκεια του Α’ Π.Π., είχαν αυτομάτως καταγραφεί σαν Χριστιανοί και παραδόθηκαν σε χριστιανικές οικογένειες, από ιεραποστολικές και εκκλησιαστικές οργανώσεις, στις οποίες είχε ανατεθεί ο ρόλος φροντίδας χιλιάδων ορφανών που είχαν κάνει την εμφάνιση τους λόγω του πολέμου…
…3) Σε συνδυασμό με την βαναυσότητα που εμφανίστηκε από τις ίδιες τις κατοχές που πραγματοποιήθηκαν από τους Συμμάχους, ήταν και οι αγριότητες που διεπράχθησαν από τον Ελληνικό στρατό όταν εισέβαλε στο Izmir [Σμύρνη] (15 Μαΐου 1919) με την προτροπή του Βρεττανού Πρωθυπουργού Λόιδ Τζόρτζ και του Αμερικανού Προέδρου Γούντροβ Γουίλσον. Αυτοί οι δύο ήθελαν να στερήσουν αυτό το σημαντικό λιμάνι του Αιγαίου από την Ιταλία, της οποίας της το είχαν υποσχεθεί κατά την διάρκεια του πολέμου, με σκοπό την δημιουργία μιας μεγαλύτερης ελληνικής αυτοκρατορίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή δε –όπως αυτοί το αντιλαμβάνονταν- θα εξασφάλιζε την Αμερικανική και Βρεττανική επιρροή στήν περιοχή, ενώ την ίδια στιγμή σκόπευαν την δημιουργία μίας ισχυρής Ελλάδος, η οποία θα ενεργούσε σαν ο κύριος προμαχώνας του Χριστιανικού πολιτισμού εναντία σε αυτό που θεωρούσαν ως «απειλή ενός μαχητικού Ισλάμ». Καθώς ο Ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στην Σμύρνη και κατευθυνότανε στο εσωτερικό της χώρας προς Άγκυρα, με την συμμετοχή Ελλήνων πολιτών πυροβολούσε αδιακρίτως εναντίον των Μουσουλμάνων και των Εβραίων, που βρίσκονταν στο δρόμο του. Επίσης, εισέβαλε σε στρατόπεδα αιχμαλώτων με Τούρκους, που είχαν συγκεντρωθεί σε αυτούς τους χώρους από τους Συμμάχους με σκοπό να αποτραπεί η εκδήλωση οποιασδήποτε μορφής αντίστασης, βασάνισε και σκότωσε εκατοντάδες Τούρκους στρατιώτες, ενώ φυλάκισε τον Διοικητή της Σμύρνης και αρκετούς αξιωματούχους σε μία πλωτή φυλακή που βρισκόταν κοντά στην αποβάθρα του λιμανιού…
…4) Ο εισβολέας Ελληνικός στρατός δέχτηκε σημαντικά πλήγματα την περίοδο 1921-1922. Η βαρβαρότητα της εισβολής του, αποκαλύφτηκε στον υπόλοιπο κόσμο από μία σειρά άρθρων που δημοσιεύτηκαν στην βρεττανική εφημερίδα «Μάντσεστερ Γκάρντιαν» από τον ίδιο νεαρό Βρεττανό ακαδημαϊκό, ο οποίος ενεργούσε σαν πράκτορας της βρεττανικής προπαγάνδας κατά την διάρκεια του Α’ ΠΠ, ο Άρλοντ Τόινμπι (σ.σ. η μέθοδο της μισής αληθείας και παραποίησης στο μεγαλείο της). Όταν η βρεττανική κοινή γνώμη αφυπνίστηκε από το γεγονός ότι υπεστήριζε μία «εθνοκάθαρση» στην Ανατολία, εξανάγκασε την Βρεττανική Κυβέρνηση να αρνηθεί να προσφέρει επιπλέον υποστήριξη στον Ελληνικό στρατό…
…(σ.σ. Όλα τα παραπάνω συν άλλα, σύμφωνα με τον Σο) έδωσε την δυνατότητα στον Ισμέτ (Ινονού) να δημιουργήσει έναν Εθνικό Στρατό υπό μία κεντρική διοίκηση, ο οποίος είχε την δυνατότητα να αναχαιτίσει τον εισβολέα Ελληνικό στρατό στην περίφημη Μεγάλη Επίθεση (Büyük Taaruz), κατά την διάρκεια της οποίας, το θέρος του 1922, οδήγησε τον εισβολέα Ελληνικό στρατό μέσα στην θάλασσα…»
Όσοι θεωρήσουν ότι τα παραπάνω πρόκειται αποσπάσματα από κάποιον «άγνωστο ημιμαθή ιστορικό αμερικανό με τουρκικές ρίζες» θα βρεθεί προ μεγάλης εκπλήξεως. Ο Στάνφορντ Τζ. Σο, γεννημένος στην Αμερική φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ απ’ όπου πήρε πτυχίο Bachelors και Masters στη Βρεττανική Ιστορία και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στο Πρίνστον απ’ όπου πήρε πτυχίο Masters και Διδακτορικό στην Ισλαμική και Τουρκική Ιστορία. Επίσης του έχει δοθεί τιμητική διάκριση από το Χάρβαρντ και είχε διδάξει και ένα διάστημα σε αυτό, όπως επίσης έχει διδάξει και στο UCLA. Όμως, ο ίδιος ανήκει στους «Αμερικανούς Φίλους της Τουρκίας», στον «Αμερικανοτουρκικό Σύλλογο» και είναι μεταξύ των άλλων και επίτιμο μέλος του «Ινστιτούτου Τουρκικών Μελετών» της Ουάσιγκτον. Επίσης είναι συγγραφέας ιστορικών βιβλίων, του οποίου τα βιβλία έχουν εκδοθεί από μεγάλους αγγλικούς και αμερικανικούς οίκους, όπως: «Η Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Σύγχρονης Τουρκίας» (σε συνεργασία με την σύζυγο του Εζέλ Κουράλ Σο) (Cambridge University Press, Τόμος 1ος 1976, Τόμος 2ος 1977), «Οι Εβραίοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας» (MacMillan Publishers, Λονδίνο και ταυτόχρονα New York University Press, Νέα Υόρκη, 1992), «Η Τουρκία και το Ολοκαύτωμα» (Οι δύο παραπάνω εκδοτικοί οίκοι ταυτόχρονα, 1993) και τέλος στην Άγκυρα, το 2001 εκδόθηκε από την Τουρκική Ιστορική Εταιρεία το 5τομο έργο του με τίτλο: «Ο Τουρκικός Απελευθερωτικός Πόλεμος, 1918-1923». Ο Σο, ο οποίος έχει τιμηθεί και από το Τουρκικό Κράτος, τώρα διδάσκει Τουρκική Ιστορία σε ένα από τα πιο σύγχρονα και θεωρούμενα ως καλύτερα Πανεπιστήμια της Τουρκίας, στο Πανεπιστήμιο Μπιλκέντ της Άγκυρας (σ.σ. Ουδέν σχόλιο…).
Εκτός από τα παραπάνω αποσπάσματα, τα οποία αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα επίσημης τουρκικής ακαδημαϊκής προσέγγισης στην συγκεκριμένη περίοδο, θα ακολουθήσει ένα χαρακτηριστικό και εξ’ ίσου ενδιαφέρον απόσπασμα από κείμενο που υπάρχει στην επίσημη ιστοσελίδα της Τουρκικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον και το οποίο αναφέρεται στην έναρξη του «Πόλεμου της Απελευθέρωσης»:
«…Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι Δυνάμεις της Αντάντ απεβίβασαν τα ελληνικά στρατεύματα στο Izmir [Σμύρνη] στις 15 Μάιου 1919, υπό την προστασία των δικών τους πολεμικών πλοίων. Με αυτό το γεγονός, το Οθωμανικό Κράτος κατέρρευσε στην πραγματικότητα και η νομική του υπόσταση επρόκειτο να προσδιοριστεί στην συνδιάσκεψη ειρήνης σύμφωνα με τις επιθυμίες των Δυνάμεων της Αντάντ…
…[Η] 19 Μαΐου 1919 (σ.σ. Μέρα Γενοκτονίας των Ποντίων), θεωρείται ως η ημέρα έναρξης του Απελευθερωτικού Πολέμου. Το γεγονός ότι η Επανάσταση της Ανατολίας ξεκίνησε στις 19 Μαΐου, είναι ίσως δυνατόν να γίνει κατανοητό από κάποια λόγια παρμένα από την αναφορά που προετοίμασε ο Μουσταφά Κεμάλ, αμέσως μόλις αποβιβάστηκε στην Samsun [Σαμψούντα] στις 22 Μαΐου: «Οι Τούρκοι δεν μπορούν να υπομείνουν ξένο έλεγχο ή προστασία. Οι Έλληνες δεν έχουν κανένα δικαίωμα στο Izmir [Σμύρνη]. Η κατοχή αυτή δεν είναι μόνιμη.»
Τέλος, οι Τουρκικές θέσεις έχουν «παρεισφρήσει» και στη γνωστή ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Encarta, στην αγγλόφωνη της έκδοση του 1994, όπου αναφορικά με τη Τουρκία και το 1922 αναφέρει: «Ένας μεγάλος σε αριθμό Ελληνικός στρατός κατέλαβε το Izmir [Smyrna] (σ.σ. Σμύρνη) και πραγματοποίησε εισβολή στην νοτιοδυτική Ανατολία, αλλά οι αγριότητες που πραγματοποίησε εις βάρος του Τουρκικού πληθυσμού οδήγησε τους Συμμάχους να αποσύρουν την υποστήριξη τους από τους Έλληνες».
http://xryshaygh.wordpress.com/2012/02/14/%ce%b7-%ce%b1%ce%bd%ce%b8%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%cf%80%cf%81%ce%bf%cf%80%ce%b1%ce%b3%ce%b1%ce%bd%ce%b4%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%b9%ce%b1/
Το τελευταίο διάστημα, παρατηρείται ότι όλο και περισσότερη έντονη είναι η προσπάθεια από διάφορους φορείς και «ακαδημαϊκούς κύκλους», να αποστειρωθεί κυριολεκτικά η Ελληνική Ιστορία στο όνομα μίας δήθεν «Ελληνοτουρκικής Φιλίας». Τα σχολικά βιβλία της ιστορίας σχεδιάζονται και ξαναγράφονται, ούτως ώστε να μην δημιουργούνται, σύμφωνα με την άποψη τους, οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την καλλιέργεια «αντιτουρκικού μένους», «σοβινιστικές παρεκτροπές» και κλπ γνωστές «πολιτικά ορθές» ορολογίες, οι οποίες θυμίζουν την δημόσια εκδήλωση χαράς, που ένιωθαν τότε κάποιοι μπολσεβίκοι «για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στην Μικρά Ασία», που όπως είχαν πει τότε ξεκάθαρα μέσα από το «Ριζοσπάστη», ότι όχι μόνον χάρηκαν γι’ αυτήν, αλλά και την επιδίωξαν… Ισχυρίζονται ότι όλα γίνονται για καλό σκοπό και για την ειρηνική συνεργασία και ευημερία των δύο λαών… «Δεν πρέπει να προκαλούμε» είναι η συνηθισμένη φράση που χρησιμοποιούν. Αλλά αυτοί είναι που προκαλούν, για διάφορους σοβαρούς λόγους και επίσης ακόμη προκλητικότερη είναι η ανοχή που δείχνουν στην διαστρέβλωση και την παραποίηση της Ιστορίας από την Τουρκική πλευρά.
Όπως θα δούμε και στην συνέχεια, οι Τούρκοι βλέπουν αυτήν την συγκεκριμένη περίοδο της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας από μία εντελώς διαφορετική σκοπιά. Βλέπουν την παρουσία του Ελληνικού Στρατού στις πατρογονικές εστίες της Γης της Ιωνίας σαν την επιδρομή ενός κατακτητικού στρατού, ο οποίος διακρίθηκε για την «βαρβαρότητα» του και οι Τούρκοι υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ κατόρθωσαν να ρίξουν «τον εχθρό στη θάλασσα»… Καμμία λέξη για την Γενοκτονία των ηρωικών Ποντίων στη Χώρα των Κομνηνών, καμμία λέξη για τις σφαγές των Ελληνικών πληθυσμών στην Ανατολία και τίποτε σχετικά με την Γενοκτονία των Αρμενίων. Ούτε φυσικά επίσης για τις άλλες παραμέτρους, που ευνόησαν τον Μουσταφά Κεμάλ και τους Τσέτες να αφανίσουν την Ελληνική Παρουσία στα μέρη που ήκμασε και μεγαλούργησε κατά το παρελθόν. Σύμφωνα με την επίσημη Τουρκική Ιστορία, η οποία προβαίνει σε αρκετές διαστρεβλώσεις και παραποιήσεις, οι Έλληνες έκαψαν την Σμύρνη, ήταν τα «χαϊδεμένα παιδιά» των Συμμάχων μέχρι που οι Σύμμαχοι τους «κατάλαβαν» και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά «βάρβαροι», «καταπιεστές» και «σφαγείς».
Θα ήθελα να τονίσω, πως ό,τι ακολουθεί δεν είναι πληροφορίες που προέρχονται από τις ιστοσελίδες των Γκρίζων Λύκων και των Τούρκων Ισλαμιστών, αλλά είναι αποσπάσματα κειμένων από επίσημες τουρκικές κυβερνητικές ιστοσελίδες, όπως επίσης αποσπάσματα από ένα «Αμερικανό ακαδημαϊκό» που διδάσκει στη Τουρκία και ένα απόσπασμα κειμένου από την ιστοσελίδα ενός μέσου «φιλοευρωπαϊστή» Τούρκου.
Η Μικρασιατική Εκστρατεία:
Όπως παρουσιάζεται από ένα μέσο «φιλοευρωπαϊστή» Τούρκο - Τι ενδιαφέρον αναφέρει ο δημιουργός της ιστοσελίδας Burak Sansal, σχετικά με την Μικρασιατική Εκστρατεία; Ο ίδιος, ένας «Επίσημος Ξεναγός» από την Κων/πολη (την αναφέρει ως “Istanbul”), είναι ο δημιουργός μίας ιστοσελίδας για όσους σκοπεύουν να επισκεφτούν την Τουρκία. Μέσα σε αυτή, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην «Τουρκική Ιστορία» και στην περίοδο του «Απελευθερωτικού Πολέμου»:«….Η βελτίωση που εμφανίστηκε σε ζητήματα τουρκικής διπλωματίας συνοδεύτηκε με ένα στρατιωτικό θρίαμβο. Λόγω του ότι εντυπωσιάστηκαν από την βιωσιμότητα των εθνικιστικών δυνάμεων, εξ’ ίσου η Γαλλία και η Ιταλία αποσύρθηκαν από την Ανατολία από τον Οκτώβριο του 1921. Επίσης, εκείνο το έτος υπογράφτηκαν συνθήκες με την Σοβιετική Ένωση, η οποία ήταν η πρώτη Ευρωπαϊκή δύναμη που αναγνώρισε τους εθνικιστές, εξασφαλίζοντας τα σύνορα μεταξύ των δύο κρατών. Το 1919 είχε ξεσπάσει ένα πόλεμος μεταξύ των Τούρκων εθνικιστών και της αυτοανακηρυσσόμενης Αρμενικής Δημοκρατίας. Από το καλοκαίρι του 1922 κάμφθηκε η αντίσταση των Αρμενίων και οι Τούρκοι κατέλαβαν την περιοχή του Καρς. Το 1922 οι εθνικιστές αναγνώρισαν την απορρόφηση (σ.σ. έτσι αποκαλεί την κατάληψη και βίαιη ενσωμάτωση) του εναπομείναντος Αρμενικού κράτους από τους Σοβιετικούς και η μειονότητα των Αρμενίων επέστρεψε στην Αρμενία.
Η τελική επέλαση κατά των Ελλήνων ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1922, με μία μάχη που είναι γνωστή σαν Μάχη του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων. Τον Σεπτέμβριο οι Τούρκοι κινήθηκαν προς το Izmir (σ.σ. όπως αποκαλεί την Σμύρνη), όπου χιλιάδες σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της μάχης και της κατάληψης της πόλης. Οι Έλληνες στρατιώτες, όπου στριμώχτηκαν στην Σμύρνη και έφυγαν επιβαίνοντες σε Συμμαχικά πλοία, έκαψαν δυστυχώς όμως την πόλη πριν αποσυρθούν, με σκοπό να μην παραμείνει τίποτα στους Τούρκους. Αυτό ήταν το πιο τραγικό γεγονός του πολέμου.»
Μουσταφά Κεμάλ, ο μετέπειτα γνωστός και ως «Ατατούρκ»
Αποσπάσματα λόγων, φράσεων και απόσπασμα μαρτυρίας συνεργάτη του. Ο Μουσταφά Κεμάλ είναι μία ξεχωριστή προσωπικότητα για τους Τούρκους και όπως ομολογεί και ο Burak Sansal σε κάποιο σημείο: «Οι Τούρκοι οφείλουν τα πάντα στον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας». Παρακάτω ακολουθούν σύντομα αποσπάσματα ή γνωστές φράσεις του «Πατέρα των Τούρκων» ή «Ατατούρκ», τα οποία βρίσκονται στην επίσημη ιστοσελίδα του υπουργείου Πολιτισμού της Τουρκίας:«Δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε την εθνική μας άμυνα, έως ότου μέχρι να πραγματοποιηθεί υποστολή των εχθρικών σημαιών από τις εστίες των πατέρων μας. Εάν οι στρατιώτες του εχθρού περιπλανώνται στην Istanbul [Πόλη], εάν οι ξένοι δεν φύγουν από τα εδάφη μας, είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε τον αγώνα μας» (1920)
«Μετά το Afyonkarahisar [Αφιόν Καραχισάρ] – στη Μεγάλη Μάχη του Dumplupinar, κερδίσαμε άλλη μία νίκη, που μετέτρεψε τον εχθρό εντελώς αναποτελεσματικό και τον ωθήσαμε βιαία στην Μεσόγειο και το Μαρμαρά, ώστε να γίνεται αρκετή μνεία αυτής της νίκης» (1927) (Η Ομιλία ΙΙ, παράγραφος 677)
«Αυτή η χώρα ήταν Τουρκική κατά το παρελθόν, είναι σήμερα Τουρκική και θα ζήσει σαν Τουρκική για πάντα» (1923) (Taha Toros, Οι επισκέψεις του Ατατούρκ στα Adana [Άδανα], σελ. 3)
«Το Τουρκικό Έθνος είναι ανώτερο απ’ όλα τα άλλα έθνη, όχι μόνο σε ηρωισμό, αλλά επίσης σε επιδεξιότητα και ταλέντο» (Yusuf Ziya Özer, T. T. K. Belleten,Τόμος 3ος, Τεύχος 10ο, 1939, σελ. 287)
«Τι χαρά, σε εκείνον που λέει: «Είμαι Τούρκος!» (1939) (Atatürk’s S. D. II, p. 272 )
Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει στην ίδια κυβερνητική ιστοσελίδα, η προσωπική μαρτυρία του Rauf ORBAY, η οποία δείχνει το πώς βλέπουν οι Τούρκοι τον Ατατούρκ και το πώς τον προβάλλουν: «Οι Ελληνικές δυνάμεις προέλαυναν προς την Ankara [Άγκυρα]. Συναντηθήκαμε νωρίς το πρωί στην Εθνοσυνέλευση. Επρόκειτο να πληροφορηθούμε για την κατάσταση από αυτόν. Ζήτησε ένα χάρτη της Ανατολίας και του τον φέραμε. Με μία κόκκινη πέννα σχεδίασε μια πλατιά μεγάλη γραμμή στο πίσω μέρος του Sakarya [Σαγγάριος] και δείχνοντας σ’ αυτή τη γραμμή δήλωσε: «Θα κερδίσουμε τον εχθρό, εδώ». Τον πιστέψαμε, το γιατί και πως τον πιστέψαμε, ακόμη δεν το γνωρίζω.
Ανέλαβε αυτό το καθήκον και υπερνίκησε τον εχθρό στην γραμμή που είχε σχεδιάσει. Επέστρεψε στην Άγκυρα από τον Σαγγάριο με ένα αφελή χαμόγελο. Με την δική του προσπάθεια, κέρδισε μία μάχη, η οποία θα ήταν το τέλος για την Τουρκική ανεξαρτησία, εάν την είχαμε χάσει.»
Οι «βαρβαρότητες» των Ελλήνων «κατακτητών» και ο «Απελευθερωτικός Πόλεμος» των Τούρκων.
Όπως παρουσιάζονται, από αποσπάσματα Αμερικανού ακαδημαϊκού, της Τουρκικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον και σε γνωστή μη-τουρκική ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια! Παρακάτω ακολουθούν αποσπάσματα του Καθηγητή Τουρκικής Ιστορίας, Στάνφορντ Τζ. Σο, κειμένου του με τίτλου: «Πως η Τουρκία κέρδισε τον Πόλεμο της Εθνικής Απελευθέρωσης», του οποίου οι απόψεις και αναλύσεις (σ.σ. όρα διαστρεβλώσεις και παραποιήσεις) αυτού του Καθηγητή είναι απόλυτα εναρμονισμένες με το Τουρκικό Ακαδημαϊκό Κατεστημένο:«….Υπήρχε ένας αριθμός διαφόρων και αλληλοεξαρτώμενων λόγων (σ.σ. που σύμφωνα με το Σο, «οι τοπικοί πυρήνες αντίστασης» μεταμορφώθηκαν σε ένα ενιαίο «απελευθερωτικό κίνημα»):
…2) Δεύτερος λόγος, ήταν η βαναυσότητα που εκδηλώθηκε κατά την διάρκεια της κατοχής [της Μικράς Ασίας] από τους Συμμάχους. Πεπεισμένοι από την προπαγάνδα του πολέμου, ότι οι Τούρκοι ήταν «ανίκανοι να κυβερνήσουν τον εαυτό τους, πόσο μάλλον άλλους λαούς», οι Βρεττανοί και οι Γάλλοι εφάρμοσαν αρχικά μία πολιτική, βάσει της οποίας επέβαλαν την εξουσία τους, μέσω της ενεργού συμμετοχής ντόπιων Χριστιανών, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την ανάληψη των καθηκόντων τους για να καταπιέσουν και να κακοδιοικήσουν τους Τούρκους, σε πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτή που ανέμεναν οι Σύμμαχοι. Ορφανά παιδιά τουρκικής καταγωγής, των οποίων οι γονείς είχαν σκοτωθεί κατά την διάρκεια του Α’ Π.Π., είχαν αυτομάτως καταγραφεί σαν Χριστιανοί και παραδόθηκαν σε χριστιανικές οικογένειες, από ιεραποστολικές και εκκλησιαστικές οργανώσεις, στις οποίες είχε ανατεθεί ο ρόλος φροντίδας χιλιάδων ορφανών που είχαν κάνει την εμφάνιση τους λόγω του πολέμου…
…3) Σε συνδυασμό με την βαναυσότητα που εμφανίστηκε από τις ίδιες τις κατοχές που πραγματοποιήθηκαν από τους Συμμάχους, ήταν και οι αγριότητες που διεπράχθησαν από τον Ελληνικό στρατό όταν εισέβαλε στο Izmir [Σμύρνη] (15 Μαΐου 1919) με την προτροπή του Βρεττανού Πρωθυπουργού Λόιδ Τζόρτζ και του Αμερικανού Προέδρου Γούντροβ Γουίλσον. Αυτοί οι δύο ήθελαν να στερήσουν αυτό το σημαντικό λιμάνι του Αιγαίου από την Ιταλία, της οποίας της το είχαν υποσχεθεί κατά την διάρκεια του πολέμου, με σκοπό την δημιουργία μιας μεγαλύτερης ελληνικής αυτοκρατορίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή δε –όπως αυτοί το αντιλαμβάνονταν- θα εξασφάλιζε την Αμερικανική και Βρεττανική επιρροή στήν περιοχή, ενώ την ίδια στιγμή σκόπευαν την δημιουργία μίας ισχυρής Ελλάδος, η οποία θα ενεργούσε σαν ο κύριος προμαχώνας του Χριστιανικού πολιτισμού εναντία σε αυτό που θεωρούσαν ως «απειλή ενός μαχητικού Ισλάμ». Καθώς ο Ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στην Σμύρνη και κατευθυνότανε στο εσωτερικό της χώρας προς Άγκυρα, με την συμμετοχή Ελλήνων πολιτών πυροβολούσε αδιακρίτως εναντίον των Μουσουλμάνων και των Εβραίων, που βρίσκονταν στο δρόμο του. Επίσης, εισέβαλε σε στρατόπεδα αιχμαλώτων με Τούρκους, που είχαν συγκεντρωθεί σε αυτούς τους χώρους από τους Συμμάχους με σκοπό να αποτραπεί η εκδήλωση οποιασδήποτε μορφής αντίστασης, βασάνισε και σκότωσε εκατοντάδες Τούρκους στρατιώτες, ενώ φυλάκισε τον Διοικητή της Σμύρνης και αρκετούς αξιωματούχους σε μία πλωτή φυλακή που βρισκόταν κοντά στην αποβάθρα του λιμανιού…
…4) Ο εισβολέας Ελληνικός στρατός δέχτηκε σημαντικά πλήγματα την περίοδο 1921-1922. Η βαρβαρότητα της εισβολής του, αποκαλύφτηκε στον υπόλοιπο κόσμο από μία σειρά άρθρων που δημοσιεύτηκαν στην βρεττανική εφημερίδα «Μάντσεστερ Γκάρντιαν» από τον ίδιο νεαρό Βρεττανό ακαδημαϊκό, ο οποίος ενεργούσε σαν πράκτορας της βρεττανικής προπαγάνδας κατά την διάρκεια του Α’ ΠΠ, ο Άρλοντ Τόινμπι (σ.σ. η μέθοδο της μισής αληθείας και παραποίησης στο μεγαλείο της). Όταν η βρεττανική κοινή γνώμη αφυπνίστηκε από το γεγονός ότι υπεστήριζε μία «εθνοκάθαρση» στην Ανατολία, εξανάγκασε την Βρεττανική Κυβέρνηση να αρνηθεί να προσφέρει επιπλέον υποστήριξη στον Ελληνικό στρατό…
…(σ.σ. Όλα τα παραπάνω συν άλλα, σύμφωνα με τον Σο) έδωσε την δυνατότητα στον Ισμέτ (Ινονού) να δημιουργήσει έναν Εθνικό Στρατό υπό μία κεντρική διοίκηση, ο οποίος είχε την δυνατότητα να αναχαιτίσει τον εισβολέα Ελληνικό στρατό στην περίφημη Μεγάλη Επίθεση (Büyük Taaruz), κατά την διάρκεια της οποίας, το θέρος του 1922, οδήγησε τον εισβολέα Ελληνικό στρατό μέσα στην θάλασσα…»
Όσοι θεωρήσουν ότι τα παραπάνω πρόκειται αποσπάσματα από κάποιον «άγνωστο ημιμαθή ιστορικό αμερικανό με τουρκικές ρίζες» θα βρεθεί προ μεγάλης εκπλήξεως. Ο Στάνφορντ Τζ. Σο, γεννημένος στην Αμερική φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ απ’ όπου πήρε πτυχίο Bachelors και Masters στη Βρεττανική Ιστορία και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στο Πρίνστον απ’ όπου πήρε πτυχίο Masters και Διδακτορικό στην Ισλαμική και Τουρκική Ιστορία. Επίσης του έχει δοθεί τιμητική διάκριση από το Χάρβαρντ και είχε διδάξει και ένα διάστημα σε αυτό, όπως επίσης έχει διδάξει και στο UCLA. Όμως, ο ίδιος ανήκει στους «Αμερικανούς Φίλους της Τουρκίας», στον «Αμερικανοτουρκικό Σύλλογο» και είναι μεταξύ των άλλων και επίτιμο μέλος του «Ινστιτούτου Τουρκικών Μελετών» της Ουάσιγκτον. Επίσης είναι συγγραφέας ιστορικών βιβλίων, του οποίου τα βιβλία έχουν εκδοθεί από μεγάλους αγγλικούς και αμερικανικούς οίκους, όπως: «Η Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Σύγχρονης Τουρκίας» (σε συνεργασία με την σύζυγο του Εζέλ Κουράλ Σο) (Cambridge University Press, Τόμος 1ος 1976, Τόμος 2ος 1977), «Οι Εβραίοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας» (MacMillan Publishers, Λονδίνο και ταυτόχρονα New York University Press, Νέα Υόρκη, 1992), «Η Τουρκία και το Ολοκαύτωμα» (Οι δύο παραπάνω εκδοτικοί οίκοι ταυτόχρονα, 1993) και τέλος στην Άγκυρα, το 2001 εκδόθηκε από την Τουρκική Ιστορική Εταιρεία το 5τομο έργο του με τίτλο: «Ο Τουρκικός Απελευθερωτικός Πόλεμος, 1918-1923». Ο Σο, ο οποίος έχει τιμηθεί και από το Τουρκικό Κράτος, τώρα διδάσκει Τουρκική Ιστορία σε ένα από τα πιο σύγχρονα και θεωρούμενα ως καλύτερα Πανεπιστήμια της Τουρκίας, στο Πανεπιστήμιο Μπιλκέντ της Άγκυρας (σ.σ. Ουδέν σχόλιο…).
Εκτός από τα παραπάνω αποσπάσματα, τα οποία αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα επίσημης τουρκικής ακαδημαϊκής προσέγγισης στην συγκεκριμένη περίοδο, θα ακολουθήσει ένα χαρακτηριστικό και εξ’ ίσου ενδιαφέρον απόσπασμα από κείμενο που υπάρχει στην επίσημη ιστοσελίδα της Τουρκικής Πρεσβείας στην Ουάσιγκτον και το οποίο αναφέρεται στην έναρξη του «Πόλεμου της Απελευθέρωσης»:
«…Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι Δυνάμεις της Αντάντ απεβίβασαν τα ελληνικά στρατεύματα στο Izmir [Σμύρνη] στις 15 Μάιου 1919, υπό την προστασία των δικών τους πολεμικών πλοίων. Με αυτό το γεγονός, το Οθωμανικό Κράτος κατέρρευσε στην πραγματικότητα και η νομική του υπόσταση επρόκειτο να προσδιοριστεί στην συνδιάσκεψη ειρήνης σύμφωνα με τις επιθυμίες των Δυνάμεων της Αντάντ…
…[Η] 19 Μαΐου 1919 (σ.σ. Μέρα Γενοκτονίας των Ποντίων), θεωρείται ως η ημέρα έναρξης του Απελευθερωτικού Πολέμου. Το γεγονός ότι η Επανάσταση της Ανατολίας ξεκίνησε στις 19 Μαΐου, είναι ίσως δυνατόν να γίνει κατανοητό από κάποια λόγια παρμένα από την αναφορά που προετοίμασε ο Μουσταφά Κεμάλ, αμέσως μόλις αποβιβάστηκε στην Samsun [Σαμψούντα] στις 22 Μαΐου: «Οι Τούρκοι δεν μπορούν να υπομείνουν ξένο έλεγχο ή προστασία. Οι Έλληνες δεν έχουν κανένα δικαίωμα στο Izmir [Σμύρνη]. Η κατοχή αυτή δεν είναι μόνιμη.»
Τέλος, οι Τουρκικές θέσεις έχουν «παρεισφρήσει» και στη γνωστή ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Encarta, στην αγγλόφωνη της έκδοση του 1994, όπου αναφορικά με τη Τουρκία και το 1922 αναφέρει: «Ένας μεγάλος σε αριθμό Ελληνικός στρατός κατέλαβε το Izmir [Smyrna] (σ.σ. Σμύρνη) και πραγματοποίησε εισβολή στην νοτιοδυτική Ανατολία, αλλά οι αγριότητες που πραγματοποίησε εις βάρος του Τουρκικού πληθυσμού οδήγησε τους Συμμάχους να αποσύρουν την υποστήριξη τους από τους Έλληνες».
http://xryshaygh.wordpress.com/2012/02/14/%ce%b7-%ce%b1%ce%bd%ce%b8%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%cf%80%cf%81%ce%bf%cf%80%ce%b1%ce%b3%ce%b1%ce%bd%ce%b4%ce%b1-%cf%84%ce%b7%cf%83-%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%ba%ce%b9%ce%b1/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου