Τον Ιούνιο του 2011, εν αγνοία της κοινής γνώμης, αφού είχε δοθεί ελάχιστη έως καθόλου δημοσιότητα στο θέμα, η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου με τον Ν. 3984/2011 που φέρει τον τίτλο: «Δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων και άλλες διατάξεις» και στο άρθρο 9 αυτού, αποφάσισε ότι όλοι οι θανόντες - κλινικά νεκροί θα γίνονται αυτοδίκαια δωρητές οργάνων, τα οποία θα περνούν σε κρατική ιδι0κτησία.
Για επίσπευση μάλιστα της διαδικασίας, οι γιατροί θα υπογράφουν αμέσως πιστοποιητικό θανάτου σε περίπτωση εγκεφαλικής νέκρωσης (εξάλλου ο εγκεφαλικά νεκρός ευρισκόμενος σε ΜΕΘ, στοιχίζει αρκετές χιλιάδες ευρώ για τον ΕΟΠΥΥ, οπότε ευκαιρία είναι να αποσυμφορηθούν οι κλίνες στις μονάδες εντατικής.), εκτός αν υπάρχει αντίθετη αίτηση του ασθενή με το γνήσιο της υπογραφής του! (παρατίθεται παρακάτω το έντυπο της σχετικής αίτησης).
Στις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 9 αυτού του Νόμου, αναφέρονται οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες αφαίρεσης οργάνων από τον θανόντα δότη. Γίνεται επίκληση του ορισμού περί του θανάτου με επιστημονικό κριτήριο την νέκρωση του εγκεφαλικού στελέχους. Σαν εννοιολογικό προσδιορισμό του θανάτου αναφέρει την απόφαση 9 του ΚΕΣΥ της 21/20..3.1985. Από το 1985 όμως έως το 2011 που ψηφίστηκε ο σχολιαζόμενος νόμος, τα επιστημονικά κριτήρια έχουν αναθεωρηθεί αρκετές φορές. Σήμερα ο εγκεφαλικός θάνατος δεν θεωρείται ευχερής διάγνωση και απόλυτης βεβαιότητας αλλά χρήζει επίπονης διαφορικής διάγνωσης.
Ο εγκεφαλικός θάνατος (brain death) σημαίνει μη αναστρέψιμη βλάβη του εγκεφάλου, με μόνιμη απώλεια όλων των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους (brain stem death). Έχει γίνει αποδεκτό, ότι θάνατος του εγκεφάλου σημαίνει θάνατος του ατόμου, δηλαδή, το βιολογικό τέλος μια ανθρώπινης προσωπικότητας. Αν και η έννοια του εγκεφαλικού θανάτου είχε διατυπωθεί από το 1959 στη Μ. Βρετανία, το 1968, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Ηarvard στις ΗΠΑ, διατυπώθηκε και καθιερώθηκε ο πλέον σαφής ορισμός του εγκεφαλικού θανάτου και καθορίστηκαν όλες εκείνες οι κλινικοεργαστηριακές δοκιμασίες, με τις οποίες ο ειδικός κλινικός γιατρός θα μπορεί να τον διαπιστώσει με ασφάλεια. Ο εγκεφαλικός θάνατος θεωρείται ως ορόσημο στο μεταίχμιο της ανθρώπινης διάβασης μεταξύ ζωής και θανάτου. Έτσι, άνθρωποι που είναι βέβαιο ότι έχουν εγκεφαλικό θάνατο δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται θεραπευτικά ως ζώντες, αφού κάτι τέτοιο εκτός από άσκοπο είναι και ηθικά απαράδεκτο. Σε αυτούς που διαθέτουν την ασφαλή διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου, έχει νόημα να υποβάλλονται σε κατάλληλη υποστήριξη, μόνο προκειμένου να διατηρηθούν τα όργανά τους στην καλύτερη δυνατή βιολογική κατάσταση, ώστε να μπορούν να προσφέρουν ζωή σε άλλους πάσχοντες ανθρώπους.
Ο εγκεφαλικός θάνατος αντιπροσωπεύει τον κατ’ ουσίαν θάνατο του ανθρώπου και δεν πρέπει να θεωρείται ως παρουσία ενός νεκρού εγκεφάλου μέσα σε ένα σώμα που είναι ακόμα ζωντανό. Είναι γνωστό ότι η ζωή εξασφαλίζεται με τον κεντρικό ρυθμιστικό και ελεγκτικό ρόλο των συστημάτων, όπως του κεντρικού νευρικού, του ενδοκρινικού, του καρδιοκυκλοφορικού και του ανοσολογικού, επί όλων των ζωντανών κυττάρων του οργανισμού. Όμως, ενώ η διακοπή της λειτουργίας του ενδοκρινικού και του ανοσολογικού συστήματος δεν συνεπάγεται άμεσα τον θάνατο, η παύση της λειτουργίας της καρδιάς και του κεντρικού νευρικού συστήματος συνεπάγονται την άμεση διακοπή της επικοινωνίας μεταξύ του ρυθμιστικού κέντρου και των περιφερικών κυττάρων, με αποτέλεσμα τον θάνατο του οργανισμού.
Η παύση της λειτουργίας του καρδιοκυκλοφορικού, μπορεί, αν αντιμετωπισθεί ταχέως με τον αλγόριθμο της καρδιοαναπνευστικής αναζωογόνησης, να αποκατασταθεί και πάλι. Οι προσπάθειες της καρδιοαναπνευστικής αναζωογόνησης εγκαταλείπονται μόνον όταν η καρδιακή παύση προσλάβει μόνιμο και μη αναστρέψιμο χαρακτήρα. Σε αυτή την περίπτωση είναι γνωστόν ότι καταλείπει μη αντιστρεπτή βλάβη στον εγκέφαλο. Για αυτόν τον λόγο η διαγνωστική αποδοχή του εγκεφαλικού θανάτου αφορά μόνον την μόνιμη παύση της λειτουργίας του εγκεφάλου και όχι της καρδιάς.
Οι ανώτερες ψυχικές και γνωστικές λειτουργίες, όπως η σκέψη, η αντίληψη και η μνήμη, που έχουν ως γενεσιουργό κέντρο τον φλοιό του εγκεφάλου, εξαρτώνται κυρίως από τον δικτυωτό σχηματισμό του εγκεφαλικού στελέχους. Συνεπώς η βλάβη του εγκεφαλικού στελέχους συνεπάγεται διαταραχή της λειτουργίας του δικτυωτού σχηματισμού και συνεπώς, δυσλειτουργία ολοκλήρου του εγκεφάλου. Γι αυτό, αβιάστως αποδεχόμαστε ότι η ανεπανόρθωτη βλάβη του εγκεφαλικού στελέχους είναι ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για να θεωρηθεί ο εγκέφαλος νεκρός. Αυτή η διαγνωστική πεποίθηση πρωτοδιατυπώθηκε στο μνημόνιο της Βρετανικής Ιατρικής Ακαδημίας το 1976, όπου επιχειρήθηκε ο επιστημονικά αυστηρός προσδιορισμός της έννοιας του εγκεφαλικού θανάτου. Τον ορισμό αυτό τον υιοθέτησαν στην συνέχεια όλες οι χώρες της Δ. Ευρώπης. Στις ΗΠΑ ο ορισμός είναι λίγο πιο σύνθετος, αφού εκτός από την πιστοποίηση της απώλειας των λειτουργιών του εγκεφαλικού στελέχους, απαιτείται να συμπληρώνεται απαραίτητα και η απώλεια των λειτουργιών του φλοιού, η οποία επέρχεται σε πολύ σύντομο χρόνο μετά την παύση λειτουργίας του εγκεφαλικού στελέχους.
Όμως η βασική μέθοδος διάγνωσης του εγκεφαλικού θανάτου είναι η νευρολογική κλινική εξέταση, συμπληρούμενη από ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις, όπως το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, το διακρανιακό υπερηχογράφημα Doppler, η αγγειογραφία και το σπινθηρογράφημα εγκεφάλου, ανάλογα με τις κάθε φορά ενδείξεις. Οι γιατροί που αρμοδίως διαγιγνώσκουν τον εγκεφαλικό θάνατο είναι: ο νευρολόγος ή ο νευροχειρουργός και ο αναισθησιολόγος εντατικολόγος.
Τόσο από τις κατευθυντήριες οδηγίες της Βρετανικής Ιατρικής Ακαδημίας όσο και από τις αντίστοιχες επιστημονικές ενώσεις των ΗΠΑ, καθιερώθηκαν οι χρονικά διαδοχικές κλινικές εκτιμήσεις καθώς και συγκεκριμένες κλινικές νευρολογικές δοκιμασίες προκειμένου να αποφανθεί κανείς για τον εγκεφαλικό θάνατο κάποιου ατόμου.
Στον Ν. 3984/2011 δεν αναφέρονται καθόλου οι διεθνώς αποδεκτές προϋποθέσεις ασφαλούς διάγνωσης του εγκεφαλικού θανάτου, ούτε ως προς την αρμόδια ειδικότητα ιατρού, ούτε ως προς την απαιτούμενη αλληλουχία κλινικών δοκιμασιών, ούτε ως προς τα απαραίτητα αλληλοδιάδοχα χρονικά κριτήρια της τεκμηρίωσης του εγκεφαλικού θανάτου.
Η βιαστική και ατεκμηρίωτη καταγραφή πληροφοριών με την διαδικασία της τυχαίας ανάδευσης σκόρπιων ιατρικών εννοιών, χωρίς σαφή επιστημονική αναφορά σε συμπεράσματα επιστημονικών ενώσεων ή έστω και σε αδρές κατευθυντήριες οδηγίες συναφών διεθνών οργανισμών, οδήγησε σε έναν νόμο αχταρμά από κανονιστικές προτάσεις που πάσχουν εννοιολογικά, αντιφάσκουν επιστημονικά, διολισθαίνουν ηθικά και τελικά κρίνονται ως μη εφαρμόσιμες.
Πρόκειται για έναν μακάβριο νόμο πολιτιστικό έκτρωμα, που πέραν του επιστημονικά απαράδεκτου, αντιτίθεται στις θρησκευτικές, φιλοσοφικές και πολιτισμικές πεποιθήσεις των Ελλήνων, καθώς, ορίζει ότι μετά τον θάνατο, τα ανθρώπινα όργανα και οι ιστοί περνούν στην πλήρη κυριότητα του κράτους, το οποίο μπορεί να τα χρησιμοποιήσει όπως θέλει.
Η διαδικασία εναντίωσης, με μια υπεύθυνη δήλωση επικυρωμένη από ΚΕΠ είναι αμφισβητούμενη και ελάχιστοι πολίτες το γνωρίζουν, ενώ δημιουργεί και σειρά εύλογων ερωτημάτων. Πράγματι πως είναι δυνατόν κάποιος να έχει προβλέψει τον θάνατό του; Πώς είναι δυνατόν να απαιτούμε από τον πολίτη να μεριμνάει για την τύχη του κορμιού του σε ενδεχόμενο θανατηφόρο ατύχημα; Πόσο φυσικό και ανθρώπινο είναι να πείσουμε έναν 18χρονο να πάει σε ένα ΚΕΠ να υπογράψει μια υπεύθυνη δήλωση ώστε να μην του αφαιρέσουν τα νεφρά και τα μάτια σε περίπτωση απρόβλεπτου θανάτου; Πόσο αυξάνεται η πιθανότητα εγκληματικών πράξεων με σκηνοθέτηση ατυχημάτων, όταν κάποιοι βαθύπλουτοι θα έχουν επιτακτική ανάγκη ενός οργάνου;
Επομένως, με δεδομένο ότι ο θάνατος είναι κάτι που ουδείς νέος ή υγιής μπορεί να το σκέφτεται, είναι φυσικό ποτέ να μην έχει πάρει αρνητική θέση για την χορήγηση οργάνων και επομένως αυτομάτως όλα τα όργανα όλων των υγιών μετατρέπονται σε αυτόματη ιδιοκτησία του κράτους, παραβιάζοντας τα προαιώνια κατοχυρωμένα δικαιώματα της ατομικότητας της προσωπικότητας και της αυτοδιάθεσης του ατόμου.
Επίσης, ενώ το κράτος αυτοεπιβάλλεται ως απρόσκλητος κύριος νομέας και ιδιοκτήτης, πρέπει να τονίσουμε ότι το επιχειρησιακό δικαίωμα της λήψης των οργάνων περνά σε ιδιώτες (ιδιωτικές κλινικές και ιδιωτικά κέντρα), χωρίς να προβλέπονται κανόνες πιστοποίησης περί της ικανότητας αφαίρεσης και διατήρησης των οργάνων. Ούτε οι κανόνες διαχείρισης των οργάνων ούτε η διαδικασία ανεύρεσης ληπτών είναι σαφής, δίνοντάς μας το δικαίωμα να υποθέσουμε ευθαρσώς ότι ο λήπτης θα είναι ο έχων ικανότητα πληρωμής.
Μ’ άλλα λόγια, το κράτος με δόλιο τρόπο γίνεται ο αυτοδίκαιος ιδιοκτήτης των σωμάτων μας και κάποιοι επιχειρηματίες λαμβάνοντας την ευχή του, θα σφετερίζονται τα πτώματά μας, θα μας τεμαχίζουν και θα πωλούν τα όργανά μας με καθαρά κερδοσκοπικά κριτήρια.
«Διαμελίσατό μου τα ιμάτια και επί των τεμαχίων μου έθηκον κλήρο»
Η βιβλική ρήση δεν απέχει από το μακάβριο σκηνικό που σκηνοθετείται από το Ελλαδικό καθεστώς. Γίνεται μάλιστα σαφής αναφορά ότι επιτρέπεται η μεταμόσχευση οργάνων από ζώντες σε άτομα με τα οποία έχουν «συναισθηματικό δεσμό». Ο άνεργος υγιής Έλληνας που δεν έχει να ζήσει την οικογένειά του, θα αποκτά «συναισθηματικό δέσιμο» με κάποιον πλούσιο και θα «πουλά» σε αυτόν τα όργανά του ένεκα υπερχειλίζοντος συναισθηματισμού!!!Κατά πόσο όμως μπορούμε να ορίσουμε τον συναισθηματικό δεσμό και κατά πόσο μπορούμε να του προσδώσουμε ποσοτικά μετρήσιμο μέγεθος ή και νομική υπόσταση στερούμενη αοριστίας; Αντίθετα το οικονομικό δούνε λαβείν είναι εννοιολογικά σαφές, ιστορικά αποδεδειγμένο και νομικά επαρκώς ορισμένο. Επομένως οι συναισθηματισμοί και οι άλλοι αήθεις δεσμοί, μόνο ως προφάσεις εν αμαρτίαις εκ μέρους των κυβερνητικών ανδρείκελων μπορεί να εκληφθούν, στην προσπάθεια νομιμοφάνειας της εναγωνιώδους δόμησης της σύγχρονης μορφής δουλεμπορίου.
Νομιμοποιείται το εμπόριο οργάνων και δίνεται η δυνατότητα να στηθούν βιομηχανίες πώλησης ανθρώπινων ανταλλακτικών για όσους έχουν την οικονομική (συναισθηματική) άνεση να «αγοράσουν» την ζωή τους. Την ίδια στιγμή κάποιοι περιμένουν χρόνια ολόκληρα να βρεθεί δότης για μεταμόσχευση. Καταργείται άμεσα το ανθρώπινο δικαίωμα στην ζωή και αυτή μετατρέπεται σε εμπορεύσιμο είδος πληρωτέο επί τη εμφανίσει συναισθηματικού δεσμού.
Μέχρι σήμερα, η ισχύουσα διαδικασία στις μεταμοσχεύσεις είχε ως εξής: Η λήψη οργάνων γινόταν μόνο απ’ όσους είχαν δηλώσει γραπτώς την επιθυμία τους να γίνουν δωρητές ή μετά από συγκατάθεση των συγγενών τους, εφόσον είχε επέλθει θάνατος. Η αφαίρεση των μεταμοσχεύσιμων οργάνων γινόταν μόνο από τον ΕΟΜ (Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων). Επομένως, όσοι επιθυμούσαν να γίνουν δωρητές, με ελεύθερη βούληση επέδιδαν γραπτή δήλωση στον ΕΟΜ. Αυτό εξασφάλιζε τόσο τους ίδιους, ηθικά, ως ανθρώπινες οντότητες και αυθύπαρκτες προσωπικότητες, όσο και την νομιμότητα και την κανονιστική ακεραιότητα της ακολουθούμενης διαδικασίας. Η διαδικασία αυτή ήταν συμβατή με τις κυριαρχούσες αξίες της φυλής για την βιολογική ανωτερότητα του ανθρώπου και το υψιπετές του Ελληνικού πολιτισμού, που από χιλιάδες χρόνια θεμελίωσε την πεποίθηση της ιερότητας του ανθρωπίνου σώματος ως ναού φιλοξενίας της θεϊκής προελεύσεως ψυχής.
Η καθιέρωση της ταφής των νεκρών, η εναπόθεση κτερισμάτων, η ανέγερση ταφικών μνημείων και η μακροχρόνια απόδοση τιμών στους νεκρούς, αποτελούσαν μερικά από τα καθιερωμένα πολιτιστικά στοιχεία για χιλιάδες χρόνια, ασχέτως επικρατουσών θρησκευτικών πεποιθήσεων, που εδράζονται πάνω στον απαράβατο άγραφο νόμο του σεβασμού του νεκρού κορμιού, στο οποίο εξακολουθεί να υφίσταται ανεξίτηλη η μοναδικότητα και το αυτεξούσιο της ανθρώπινης προσωπικότητας. Παράλληλα μάλιστα με την πίστη στην αιώνια ζωή, συνεχίζεται η αγάπη και η λατρεία στο νεκρό κουφάρι, που απετέλεσε την οικία της θεϊκής πνοής για τα χρόνια της προσωρινής επίγειας ζωής.
Αντιθέτως με τις προαιώνιες παραδόσεις της φυλής και τις ιερές δοξασίες του έθνους μας, ο υπό κρίση νόμος Ν. 3984/2011 αντιμετωπίζει το ανθρώπινο σώμα σαν βιοτεχνία ανακύκλωσης βιομηχανικών προϊόντων ευτελούς αξίας, όπου τα νοσοκομεία μετατρέπονται σε «συναισθηματικά φορτισμένα» φαναρτζίδικα, οι ασθενείς ισοδύναμοι με τρακαρισμένα αυτοκίνητα και οι γιατροί γίνονται τεχνοκράτες επισκευαστές και επιδίδονται σε αντικαταστάσεις ανταλλακτικών με νεώτερα καλύτερης ποιότητας και λιγότερης φθοράς.
Δεν πρέπει επίσης να αγνοήσουμε το γεγονός ότι υπάρχουν εκατοντάδες μαρτυρίες από ασθενείς που κατάφεραν να ανανήψουν, ενώ ήταν χαρακτηρισμένοι ως κλινικά νεκροί και οι οποίοι ανάφεραν ότι είχαν πλήρη συνείδηση του περιβάλλοντος όσο ήταν σε κώμα, αλλά δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε εξωτερικά ερεθίσματα.
Αυτοί οι ασθενείς ουσιαστικά ήταν παγιδευμένοι μέσα στο ίδιο τους το σώμα. Ποιος λοιπόν παίρνει την ευθύνη να διακόψει την ζωή ενός ανθρώπου στερώντας του την ευκαιρία να ανανήψει και να επανέλθει στην φυσιολογική ζωή, έστω και μετά από αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα; Κάτι τέτοιο δεν ισοδυναμεί με νομιμοποίηση της ευθανασίας; Δεν εκμηδενίζει ευθέως την αξία της ανθρώπινης ζωής; Αξίζει να αναφερθεί ότι το Δ.Σ του ΕΟΜ που εξέφρασε την αντίθεσή του με τον εν λόγω νόμο, προχώρησε σε εξαναγκαστική παραίτηση.
Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ με την υπ’ αριθμόν 2837/ 11-10-2012 ερώτηση του Βουλευτή Γεωργίου Γερμενή, πρώτη έφερε στη δημοσιότητα τον ξεχασμένο νόμο της ντροπής που αποτελεί αναμφισβήτητο ράπισμα στον πολιτισμό μας.
Αξίζει να τονιστεί ότι κανένα από τα ερωτώμενα Υπουργεία δεν απάντησε στην ερώτηση. Η σημερινή τρικομματική συμμορία, ως πιστός συνεχιστής της κυβέρνησης Παπανδρέου, θέτει σε εφαρμογή τον νόμο από 1-6-2013. Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ λέει όχι στην εφαρμογή του νόμου που μετατρέπει τους Έλληνες σε εν δυνάμει «συναισθηματικού τύπου ανταλλακτικά».
Όχι σε όσους πασχίζουν να καταντήσουν την Ελλάδα σαν την Ινδία, τις Φιλιππίνες, το Κόσοβο, όπου το εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων είναι η πλέον κερδοφόρα επιχείρηση.
http://www.xryshaygh.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου