Οι Κρυπτοχριστιανοί ήταν εκείνοι από τους Ρωμιούς, που κατά τη περίοδο της Τουρκοκρατίας, αναγκάστηκαν να ασπαστούν την Ισλαμική θρησκεία. Διατηρώντας παράλληλα μέσα στη ψυχή τους τη Χριστιανική πίστη.
* Οι Πόντιοι αποκαλούσαν τους Κρυπτοχριστιανούς «κλωστούς» (δηλαδή επανεκχριστιανισμένους), «μέσο-μέσο» (μισοί Χριστιανοί και μισοί Μουσουλμάνοι), «διπιστοί» (γιατί πίστευαν και στον Χριστό και στον Αλλάχ).
Εξισλαμισμός – Αφομοίωση
Μετά τη πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας το 1461, εξισλαμίστηκαν σε μεγάλο ποσοστό οι εύφορες παραθαλάσσιες πεδιάδες του Πόντου (Σινώπη, Σαμψούντα, Κοτύωρα, Κερασούντα), το μεγαλύτερο μέρος των Ποντιακών επαρχιών Κολωνίας και Νικόπολης, καθώς και οι Λαζοί. Η προσχώρησή τους στον Ισλαμισμό οφείλονταν είτε στο φόβο, είτε στη βία και στην ανάγκη, είτε από συμφέρον.
Οι Κρυπτοχριστιανοί αποτελούσαν μια ιδιαίτερη κοινωνικοθρησκευτική ομάδα, που λίγο – πολύ την ύπαρξή της γνώριζαν οι Μωαμεθανοί. Μετά το πέρασμα δύο ή τριών γενεών στην απόκρυφη ζωή, ορισμένοι από αυτούς αφομοιώνονταν πλήρως από τον Μωαμεθανικό περίγυρό τους. Εξαιτίας είτε του χαρακτήρα τους, είτε δυσκολιών, είτε ελλιπούς προσπάθειας και επικοινωνίας των εκκλησιαστικών οργάνων. Είτε της συνεχούς επαφής με τους Μουσουλμάνους και τη λατρεία τους.
Όσον αφορά τώρα τον τρόπο εμφάνισής των Κρυπτοχριστιανών, αυτός γινόταν πάντα με τον ίδιο τρόπο. Μετά τη κατάληψη μιας περιοχής από τους Τούρκους, ξεκινούσε και η διαδικασία του εξισλαμισμού της. Ανάμεσα σε εκείνο το τμήμα των κατοίκων που εκμουσουλμανίζονταν πλήρως και στο άλλο που έμενε για πάντα Χριστιανικό, υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι που προτιμούσαν την αποκρυφία.
Η συμπεριφορά τους αυτή οφειλόταν σε σημαντικούς οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους. Κυρίως όμως εξηγείται η στάση τους αυτή από το γεγονός ότι είχαν αναγκαστεί, χωρίς τη θέλησή τους, να προσχωρήσουν στο Ισλάμ. Δεν μπορούσαν πλέον να επανεκχριστιανιστούν, γιατί το Κοράνι τιμωρούσε με θάνατο τους αποστάτες της μωαμεθανικής πίστης. Μπορούσαν να γλιτώσουν την εσχάτη των ποινών, μόνο αν ενώπιον των Μουσουλμάνων ιεροδικαστών ομολογούσαν ξανά τη πίστη τους στον Αλλάχ.
Ο Κρυπτοχριστιανισμός
Μπροστά στον κίνδυνο να αφανιστεί η Χριστιανοσύνη, η Εκκλησία κράτησε ανεκτική στάση στο φαινόμενο του «Κρυπτοχριστιανισμού». Προκειμένου να διατηρήσει την επαφή με τους Κρυπτοχριστιανούς, να τους τονώσει ηθικά και να συντηρήσει την ελπίδα για την επιστροφή τους. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί από αυτούς εξισλαμίστηκαν πλήρως. Γι’ αυτό το λόγο, αργότερα, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τους απαγόρευσε να ακολουθήσουν την απόκρυφη ζωή.
Πάντως, κατά κανόνα οι εκκλησιαστικοί φορείς ενθάρρυναν τους Κρυπτοχριστιανούς να υπομένουν την ιδιότητά τους αυτή και προσπαθούσαν να μετριάσουν τις τύψεις συνειδήσεως τους. Μάλιστα, ο δεσμός των κρυφών Χριστιανών με τον εκάστοτε επίσκοπο (χειροτονούσε Κρυπτοχριστιανούς παπάδες κ.ά.) και τα Μοναστήρια της περιοχής τους, συνέβαλε στο να διατηρήσουν την πίστη τους.
Ο Κρυπτοχριστιανισμός διέσωσε από τον κίνδυνο του εξισλαμισμού μεγάλες ομάδες Χριστιανικών πληθυσμών. Καθώς στάθηκε μια χρονικά διαρκής άμυνα κι ένα μέσο για να διαφυλαχθεί η Ορθοδοξία. Από την άλλη πλευρά, μεγάλα τμήματα των Χριστιανών χάθηκαν, γιατί δεν παρέμειναν κρυπτοχριστιανικά μέχρι το τέλος της δουλείας και δεν ταυτίστηκαν πλήρως με το μουσουλμανικό περιβάλλον τους.
Κρυφοί Χριστιανοί
Οι κρυφοί Χριστιανοί τηρούσαν πιστά τους τύπους της Μουσουλμανικής θρησκείας, ώστε να μην προκαλούν σχόλια και περιέργειες. Συμπροσεύχονταν με τους Μωαμεθανούς στα τζαμιά, λέγοντας όμως μυστικά Χριστιανικές προσευχές. Τη νύχτα «μετείχαν» των Θείων Μυστηρίων (εξομολόγηση, βάπτιση, γάμο, κηδεία, μετάληψη). Είτε σε κρυφούς υπόγειους Ναούς, είτε σε εκείνους των φανερών Χριστιανών (συνήθως εξωκλήσια), είτε στα Μοναστήρια.
Τα Θεία Μυστήρια τελούσαν, άλλοτε «Κρυπτοχριστιανοί Χοτζάδες» και άλλοτε ιερομόναχοι μοναστηριών που ντύνονταν «Δερβίσηδες» για να μην τους αντιληφθούν οι Μουσουλμάνοι.
Για μητρώα βαπτίσεων χρησιμοποιούσαν τους κώδικες των Μοναστηριών και πολλών εκκλησιών. Τηρούσαν με ακρίβεια τις Χριστιανικές νηστείες. Έκαναν τα μνημόσυνα των νεκρών τα Ψυχοσάββατα και τη παραμονή των Θεοφανίων, αφού ετοίμαζαν τα κόλλυβα. Φυλούσαν σε κρυφά ντουλάπια και αμπάρια τις Άγιες εικόνες, τα καντήλια και τα ιερά σκεύη.
Πάντρευαν τα κορίτσια τους αποκλειστικά με αγόρια Κρυπτοχριστιανών, για να μη διαρρεύσει ο κρυπτοχριστιανικός τρόπος ζωής τους.
Προετοίμαζαν ψυχολογικά τα παιδιά τους, για να μην κοινοποιήσουν τα μυστικά της απόκρυφης ζωής. Οι ίδιοι τα δίδασκαν και τη Χριστιανική τους καταγωγή, επειδή έπρεπε να ξεχάσουν τα παιδιά ό,τι μάθαιναν στα Τουρκικά σχολεία, στα οποία φοιτούσαν.
Γενικά, τη ζωή τους χαρακτήριζε ο διαρκής φόβος, πρώτον της ανακάλυψης τους από τις αρχές και δεύτερον της θείας τιμωρίας. Καθώς και η ελπίδα για το αύριο και για τη λύση του δράματος που βίωναν. Επίσης, οι Κρυπτοχριστιανοί ήταν οι καλύτεροι προστάτες των φανερών Χριστιανών, κάθε φορά που οι τελευταίοι πιέζονταν ή αδικούνταν από τους Μωαμεθανούς.
Πολλοί αμφιβάλλουν πάλι για το αν οι Κρυπτοχριστιανοί ήταν θύματα της εποχής τους ή καιροσκόποι…
Πράγματι, μερικοί απ’ αυτούς επέδειξαν καιροσκοπική συμπεριφορά. Καθώς με την κρυπτοχριστιανική τους ιδιότητα εξασφάλισαν άνεση και προνόμια για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Ωστόσο, για τους περισσότερους, η απόκρυφη ζωή υπήρξε η μοναδική διέξοδος. Εξαιτίας των δύσκολων για τους Χριστιανούς πολιτικοοικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν στο Οθωμανικό κράτος.
Κρυπτοχριστιανοί στον Πόντο
Στον Πόντο έζησε το μεγαλύτερο μέρος των Κρυπτοχριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κρυπτοχριστιανοί βρίσκονταν σε ολόκληρο τον Πόντο και κυρίως στο Ανατολικό τμήμα του (Κρώμνη, Σάντα, Σταυρί). Διακρίνονταν σε εκείνους των πόλεων (ήταν λίγοι, γιατί οι Τούρκοι, επειδή υπήρχαν οι Μητροπολίτες, βιαιοπραγούσαν σε βάρος των Χριστιανών λιγότερο απ’ ότι στην ύπαιθρο) και σε εκείνους των χωριών.
Οι Τούρκοι εκβίαζαν – βασάνιζαν τους Κρυπτοχριστιανούς και τους υποχρέωναν να υπηρετήσουν στρατιωτική θητεία. Τους αφαιρούσαν τα κτήματα και τις περιουσίες, γιατί σύμφωνα με τον Μωαμεθανικό νόμο, οι Χριστιανοί δεν δικαιούνταν να κληρονομήσουν την περιουσία των Μωαμεθανών. Προκειμένου δε να γλιτώσουν τα μαρτύρια αυτά, οι περισσότεροι Κρυπτοχριστιανοί αναγκάστηκαν να διαφύγουν στην ομόθρησκη Ρωσία.
Σωτήρια και ευεργετική για τους Πόντιους Κρυπτοχριστιανούς ήταν η δράση των Μοναστηριών της περιοχής. Όπως της Παναγίας Σουμελά, του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνα, του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά κ.ά. Τα οποία μπόρεσαν να τους προσφέρουν καταφύγιο και πνευματική ενίσχυση.
Επιπλέον, βοηθητικός και προστατευτικός ήταν και ο ρόλος των πολλών κρυπτοχριστιανικών οικογενειών Αρχιμεταλλουργών που είχαν μεγάλη οικονομική δύναμη και επιρροή. Διότι οι Σουλτάνοι έδωσαν προνόμια στους εργάτες και στις κοινότητες των ορυχείων χρυσού, αργύρου και μολύβδου της Ποντιακής ενδοχώρας.
Σε 43.000 υπολογίστηκε το 1914 ο αριθμός των Κρυπτοχριστιανών του Πόντου, σύμφωνα με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας
Η βελτίωση της θέσης των Χριστιανών του Πόντου, κατά τη διάρκεια της Ρωσικής κατοχής της περιοχής (από το 1829 μέχρι το 1831), συντέλεσε στο να φανερώσουν δημόσια την πίστη τους πολλοί Κρυπτοχριστιανοί. Ωστόσο, όσοι έμεναν σε απομονωμένα χωριά και πολλοί άλλοι δεν αποκαλύφθηκαν το 1910, γιατί δεν έδειξαν εμπιστοσύνη στους Νεότουρκους. Φοβήθηκαν για διωγμούς και καταπιέσεις από εκείνους, ως συνέπεια των Ελληνοτουρκικών εντάσεων εκείνης της περιόδου.
Οι Κρυπτοχριστιανοί σήμερα
Υπάρχουν Κρυπτοχριστιανοί σήμερα στη Τουρκία; Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ρίτσαρντ Ντώκινς, δεν ζουν Κρυπτοχριστιανοί σήμερα στη Τουρκία. Διότι έχουν εκλείψει οι συνθήκες εκείνες, οι οποίες τους ανάγκαζαν να υπάρχουν.
Ωστόσο, αξιόπιστες μαρτυρίες και επίσημα ντοκουμέντα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στη Τουρκία σήμερα κατοικούν άνθρωποι που διατηρούν κρυφά τη Χριστιανική τους πίστη. Και μαζί με τους Ελληνόφωνους μουσουλμάνους, αποτελούν τους τελευταίους εκπροσώπους του Ελληνισμού, στη Μικρά Ασία.
Ορισμένοι μόνο λόγοι που αποδεικνύουν την ύπαρξη Κρυπτοχριστιανών σήμερα στη Τουρκία, είναι οι παρακάτω:
- Η ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 έγινε με βάση το φανερό θρήσκευμα των Ελλήνων και των Τούρκων. Επιπρόσθετα, οι Κρυπτοχριστιανοί ορισμένων περιοχών του Πόντου δεν έμαθαν (λόγω του Μικρασιατικού πολέμου το 1919 – 1922) ότι μπορούσαν να δηλώσουν επίσημα τη κρυφή Χριστιανική τους ιδιότητα. Με αποτέλεσμα να μην ανταλλαχθούν το 1923.
- Πολλοί δεν έφυγαν από τη Τουρκία και κράτησαν μυστική την Ορθόδοξη πίστη τους, είτε γιατί φοβόταν το αβέβαιο μέλλον, είτε γιατί δεν ήθελαν να χάσουν την πατρίδα τους.
- Πολλές γυναίκες (άλλες Χριστιανές και άλλες Κρυπτοχριστιανές) είχαν παντρευτεί Τούρκους με τη βία ή χωρίς αυτήν, συνεπώς δεν θεωρήθηκαν ανταλλάξιμες. Επομένως αυτές δεν ξεριζώθηκαν και συνέχισαν να διατηρούν τον κρυπτοχριστιανικό τρόπο ζωής τους. Παραδίδοντας στα κρυφά, κάποια στοιχεία της θρησκείας, από τη μια γενιά στην άλλη…
Τέλος, στις μέρες μας συναντάμε παρουσία Κρυπτοχριστιανών και στη παράνομα κατεχόμενη από τα Τουρκικά στρατεύματα Βόρεια Κύπρο.
https://www.lelevose.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου