Η απόφαση των 13 δικαστών του Ειδικού Δικαστηρίου περί ευθύνης υπουργών, πέραν των όσο αποδίδει στον Νίκο Παππά, αφήνει αιχμές και για το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Δημοσιεύθηκε η ομόφωνη απόφαση (24.2.2023) του Ειδικού Δικαστηρίου περί ευθύνης υπουργών, με την οποία καταδικάστηκε ο πρώην υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς για τους χειρισμούς του στη διαγωνιστική διαδικασία σχετικά με τις τηλεοπτικές άδειες του 2016 (παράβαση καθήκοντος), καθώς επίσης καταδικάστηκε και ο επιχειρηματίας Χρήστος Καλογρίτσας ως συνεργός του πρώην υπουργού Επικρατείας με την κατηγορία της παράβασης καθήκοντος. Στον Νίκο Παππά επιβλήθηκε η ποινή των 2 ετών με τριετή αναστολή και στον Χρήστο Καλογρίστα η χρηματική ποινή των 5.000 ευρώ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου, ο Νίκος Παππάς, «είχε επωμιστεί υποκαθιστώντας το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης την υπηρεσιακή αρμοδιότητα της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας, που θα κατέληγε στη χορήγηση τηλεοπτικών αδειών, κατά τρόπο που θα διασφάλιζε απολύτως τις αρχές της νομιμότητας, της αντικειμενικότητας, της πολυφωνίας, της διαφάνειας και του υγιούς ανταγωνισμού και θα απέτρεπε οποιαδήποτε κυβερνητική ή κομματική επιρροή ή παρέμβαση ώστε να εξασφαλιστούν όλες οι ρυθμιστικές συνθήκες που ήταν απαραίτητες προκειμένου να λειτουργήσει με τον πλέον αντικειμενικό, διαφανή και αποτελεσματικό τρόπο η αγορά των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα.
Όφειλε λοιπόν ως όργανο του κράτους που η εξουσία του απέρρεε από το λαό και προς όφελος του οποίου έπρεπε να την ασκεί, να τηρεί κατά γράμμα τις συνταγματικές επιταγές και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια η οποία θα ήταν αντίθετη στις υπηρεσιακές του υποχρεώσεις.
Επιπροσθέτως όφειλε να περιφρουρεί και να ελέγχει τις ενέργειες των οργάνων στα οποία ο ίδιος είχε αναθέσει την τήρηση των διαδικασιών της διενέργειας της δημοπρασίας ήτοι τα στελέχη και τους υπαλλήλους της γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας που αποτελεί δημόσια υπηρεσία της οποίας προΐσταται.
Παρά ταύτα ο Ν. Παππάς με εξακολουθητικές ενέργειες (πράξεις ή παραλείψεις) αντίθετες στα υπηρεσιακά του καθήκοντα και αντιβαίνουσες τις υπηρεσιακές του υποχρεώσεις που επέβαλαν την τήρηση των αρχών της νομιμότητας και της αμεροληψίας και οι οποίες απέρρεαν από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας επιδίωξε να υλοποιήσει το σχεδιασμό που είχε καταστρωθεί από τον ίδιο, αλλά και από άλλα ηγετικά στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ) τα στοιχεία των οποίων δεν έχουν εξακριβωθεί, με σκοπό κατά παράβαση των συνταγματικών αρχών την απόκτηση μέσων μαζικής ενημέρωσης τα οποία να τελούν υπό τον έλεγχο τους και να προωθούν τις πολιτικές θέσεις και ενέργειες της τότε κυβέρνησης (ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ), του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του κατηγορούμενου».
Πάντα κατά την δικαστική απόφαση, ο Νίκος Παππάς «σχεδίασε την απόκτηση ενός τηλεοπτικού σταθμού, πανελλήνιας εμβέλειας, μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας και μιας πολιτικής εφημερίδας, πανελλήνιας κυκλοφορίας, ώστε εκμεταλλευόμενος αθεμίτως τη μεγάλη εμβέλεια, τη χρονική αμεσότητα και την ιδιαίτερη δύναμη επιρροής των μέσων αυτών να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη υπέρ αυτών, με το επιχείρημα ότι οι όλοι τότε λειτουργούντες μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί διάκειντο εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ.
Προς υλοποίηση του σχεδιασμού αυτού ο Νίκος Παππάς έχει αποκτήσει απόλυτη “κυριαρχία” στα της διενέργειας του διαγωνισμού και διακατεχόμενος από αίσθηση υπεροψίας και ισχύος ως κορυφαίος υπουργός που συνομιλούσε απευθείας με τον τότε πρωθυπουργό, περί τον Οκτώβριο του 2015 απευθύνθηκε στον Χρήστο Καλογρίτσα με τον οποίο διατηρούσε στενές φιλικές και οικογενειακές σχέσεις.
Ο Χρήστος Καλογρίτσας ήταν ανέκαθεν ενταγμένος – στρατευμένος στην Αριστερά, ενώ η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου και του Σεπτεμβρίου του 2015 και να ανάδειξη του ως κυβερνητικού κόμματος τον “αναπτέρωσε και του έδωσε ελπίδες ότι η αριστερά θα κυβερνούσε με όλα τα ιδεώδη που πρέσβευε ο ίδιος στη ζωή του” όπως κατέθεσε ενώπιον της ανακρίτριας αρεοπαγίτη η έμπιστη γραμματέας του Ευθαλία Διαμαντή».
Παράλληλα, η δικαστική απόφαση αναφέρει, ότι «κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016 ο Παππάς ενεργώντας για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ εκμεταλλευόμενος τις ιδιαίτερα στενές σχέσεις που διατηρούσε με τον συγκατηγορούμενο του, συνεπικουρούμενος από ομάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να ενισχύσει της αναγκαιότητα του εγχειρήματος έχοντας πλήρη γνώση της αφοσίωσης του Χρήστου Καλογρίτσα στην Αριστερά, μετά από επανειλημμένες συζητήσεις, οι οποίες έλαβαν χώρα, κυρίως στα επαγγελματικά γραφεία του δεύτερου κατηγορούμενου αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο αυτός συχνά επισκεπτόταν του ζήτησε να βοηθήσει στη δημιουργία τηλεοπτικού σταθμού και την έκδοση πολιτικής εφημερίδας.
Συγκεκριμένα, ο Νίκος Παππάς ζήτησε από τον Καλογρίτσα «να “δανείσει” το όνομά του, δηλαδή να υποβάλει ο ίδιος αίτηση συμμετοχής στη δημοπρασία για την απόκτηση μιας εκ των 4 τηλεοπτικών αδειών και ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού ενεργώντας όμως εν τοις πράγμασι για λογαριασμό του πρώτου συγκατηγορούμενου Νίκου Παππά ως δικό του παρένθετο πρόσωπο σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές του.
Και τούτο διότι ο πρώτος κατηγορούμενος λόγω της υπουργικής ιδιότητας του δεν είχε το δικαίωμα να ασκήσει οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα πολλώ δε μάλλον να μετάσχει σε επιχείρηση που θα διεκδικούσε μία εκ των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών.
Ο ανωτέρω σχεδιασμός του πρώτου κατηγορουμένου που τελούσε υπό την έγκριση του κομματικού μηχανισμού απέβλεπε στην ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας που θα ελεγχόταν από τον πρώτο κατηγορούμενο και τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ και θα προωθούσε τις πολιτικές θέσεις και δράσης του κόμματος και της τότε κυβέρνησης αλλά και του ίδιου ως υπουργού αυτής με σκοπό την υπέρ αυτόν άσκηση επιρροής στον πολιτικό προσανατολισμό της κοινής γνώμης.
Στον ίδιο σχεδιασμό του πρώτου κατηγορουμένου περιλαμβανόταν και η έκδοση πολιτικής εφημερίδας πανελλήνιας κυκλοφορίας τυπικά στο όνομα του δεύτερου κατηγορουμένου πραγματικά όμως για λογαριασμό του ίδιου και του κομματικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ υπό τις ίδιες συνθήκες και με τον ίδιο σκοπό δηλαδή τον επηρεασμό υπέρ αυτών της κοινής γνώμης.
Ο πρώτος των κατηγορουμένων ζήτησε επίσης από τον δεύτερο να χρηματοδοτήσει καταρχήν το ως άνω εγχείρημα με τη ρητή υπόσχεση όμως ότι θα του επιστρέφονταν τα χρήματα. Μετά από επανειλημμένες συζητήσεις και συναντήσεις που έλαβαν χώρα μέχρι τις αρχές του 2016 στα γραφεία της επιχείρησης του δεύτερου κατηγορουμένου, αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου παρουσία και άλλων κομματικών στελεχών ο δεύτερος κατηγορούμενος αποδέχθηκε την πρόταση και συγκεκριμένα αποδέχθηκε να ενεργήσει ως “καθοδηγούμενος” από τον συγκατηγορούμενό του για να βοηθήσει στην υλοποίηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος.
Παρότι ο δεύτερος κατηγορούμενος Χρήστος Καλογρίτσας, κατά τον χρόνο αυτό αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα με τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων του ίδιου και της οικογένειάς του μετά από διενεργηθέντα φορολογικό έλεγχο -ο οποίος εκ των υστέρων δικαιώθηκε με δικαστικές αποφάσεις- όπως άλλωστε κατέθεσαν ενώπιον του ειδικού δικαστηρίου οι μάρτυρες που εξετάστηκαν Ευθαλία Διαμαντή και Ευάγγελος Μαρινάκης δέχθηκε να στηρίξει την πρόταση του συγκατηγορουμένου του Νίκου Παππά έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στην υπόσχεση του ότι “χρήματα υπάρχουν και θα βρεθούν”.
Στο πλαίσιο της υλοποίησης του εγχειρήματος εγκαταστάθηκαν στα γραφεία των επιχειρήσεων του δεύτερου κατηγορουμένου δεκάδες άτομα επιλεγέντα από τον πρώτο κατηγορούμενο και συγκεκριμένα δημοσιογράφοι, τεχνικοί αλλά και δικηγόροι οι οποίοι είχαν αναλάβει κάθε εντολή αυτού να προετοιμάσουν τη σύσταση και λειτουργία του τηλεοπτικού σταθμού σαν να ήταν εκ των προτέρων σίγουροι ότι θα τους χορηγηθεί η σχετική άδεια καθώς και την υλοποίηση της υποβολής της σχετικής αίτησης συμμετοχής στη διαγωνιστική διαδικασία».
Σύμφωνα με την απόφαση των 13 δικαστών, «αποδεικνύεται ότι ο πρώτος κατηγορούμενος Νίκος Παππάς, ανέλαβε να υλοποιήσει το σχεδιασμό του ίδιου και της κυβερνητικής ηγεσίας για την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού και εφημερίδας παραβιάζοντας τα υπηρεσιακά του καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του για τήρηση του Συντάγματος και του νόμου πείθοντας τον δεύτερο κατηγορούμενο να υπακούσει στις εντολές τους ως “πειθήνιο όργανο του”, ως “παρένθετος” τούτου, που θα εξασφάλιζε την νομιμοφάνεια στις παράνομες και εξωθεσμικές ενέργειές του ενώ ο ίδιος θα παρέμενε στο απυρόβλητο.
Σε άλλο σημείο η δικαστική απόφαση αναφέρει ότι για την υλοποίηση του εγχειρήματος μεθοδεύτηκε αντί του Χρήστου Καλογρίτσα να μετάσχει στην επικείμενη δημοπρασία αλλά και στην έκδοση της εφημερίδας τυπικά ο γιος του Ιωάννης Βλαδίμηρος Καλογρίτσας για το λόγο ότι ο τελευταίος είχε μικρότερες οφειλές προς το Δημόσιο και έτσι θα ήταν εφικτό να καλυφθεί έξωθεν η υπό του νόμου προϋπόθεση της οικονομικής επάρκειας του υποψηφίου για τη χορήγηση της τηλεοπτικής αδείας.
Γραπτά μηνύματα
Οι 13 δικαστές, παράλληλα στην απόφασή τους, επικαλούνται τα γραπτά μηνύματα και τα e-mail που είχε προσκομίσει ο Χρήστος Καλογρίτσας.
Σύμφωνα με το σκεπτικό όλα τα περιστατικά «ισχύουν κατά τρόπο που δεν επιδέχεται καμία αμφιβολία την κρίση ότι εικονικά και μόνον καταρτίστηκε η συγκεκριμένη συμφωνία υπεργολαβίας». Εκ των υστέρων βέβαια, σύμφωνα με τους δικαστές, όταν οι συνθήκες κατέστησαν ιδιαίτερα δυσχερείς λιβανέζικη εταιρεία CCC εκδήλωσε την πρόθεση της να υπαναχωρήσει από όσα είχε συμφωνήσει με τον πρώτο κατηγορούμενο και να μην χρηματοδοτήσει με το ποσό της πρώτης δόσης τον Χρήστο Καλογρίτσα.
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται ότι ο πρώτος των κατηγορουμένων Νίκος Παππάς παρότι είχε πλήρη επίγνωση του ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος Χρήστος Καλογρίτσας δεν είχε την οικονομική επάρκεια και δεν διέρχεται από την αρχή τα οικονομικά εκείνα μέσα διά των οποίων θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στις δαπάνες που απαιτούνται για την επίτευξη του εγχειρήματος της λήψης άδειας και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού έχοντας ήδη χρησιμοποιήσει χρήματα προερχόμενα από την εταιρεία CCC δια της καταρτίσεως της οικονομικής συμφωνίας με τη μεσολάβηση του ίδιου του Νίκου Παππά, προκειμένου να εκδοθεί η απαιτούμενη για τη συμμετοχή στη δημοπρασία εγγυητική επιστολή των τριών εκατομμυρίων ευρώ, σκοπίμως παρέλειψε να ασκήσει τον οφειλόμενο δέοντα έλεγχο και την εποπτεία επί των υπηρεσιών στελεχών και υπαλλήλων που υπάγονταν στον έλεγχο του υπουργείου του οποίου αυτός προΐσταται, ως προς την επιμελή εκτέλεση των καθηκόντων τους υποδεικνύοντάς τους ότι όφειλαν να προβούν σε ενδελεχή έλεγχο των δικαιολογητικών που είχε υποβάλει η εταιρεία του γιου του δεύτερου κατηγορουμένου σχετικά με την επάρκεια των οικονομικών μέσων που διέθετε για τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό επιπροσθέτως δε και ως προς τα πρόσθετα δικαιολογητικά σχετικά με την επάρκεια, την προέλευση και τον τρόπο απόκτησης των οικονομικών μέσων που θα διέθετε για την απόκτηση της άδειας και την οργάνωση του τηλεοπτικού σταθμού, προκειμένου έτσι με την ως άνω παράλειψη των εν λόγω υπουργικών του καθηκόντων να διαλάθει της προσοχής τους η ανεπάρκεια των σχετικών δικαιολογητικών που η εταιρεία προσκόμισε με επιμέλεια του δεύτερου κατηγορουμένου τόσο με το φάκελο συμμετοχής στη δημοπρασία όσο και εκ των υστέρων κατά τον πρόσθετο έλεγχο και να επιτευχθεί αρχικά μεν η αποδοχή της συμμετοχής της στη δημοπρασία και τελικά η ανακήρυξη της ως οριστικής υπερθεματίστριας, ώστε να αποκτηθεί ο τηλεοπτικός σταθμός όπως είχε σχεδιάσει προς βλάβη άλλων υποψηφίων οι οποίοι διέθεταν πράγματι τις νόμιμες προϋποθέσεις και ακόμη προς βλάβη του υγιούς ανταγωνισμού.
Είναι γεγονός βέβαια ότι ο πρώτος κατηγορούμενος (Νίκος Παππάς) με απόφαση του είχε μεταβιβάσει όλες τις επιμέρους αρμοδιότητες της διαγωνιστικής διαδικασίας στη γενική γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας είχε όμως επιφυλάξει για τον εαυτό του την παράλληλη άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων και συνεπώς όφειλε να μεριμνήσει και ο ίδιος προσωπικά για την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου και της οικείας προκήρυξης που αυτός εξέδωσε ασκώντας την αρμοδιότητα ώστε να διασφαλίσει τη διαφάνεια και την αμεροληψία απέχοντας από ενέργειες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη χορήγηση των αδειών. Πολλώ δε μάλλον όταν ήδη είχε τεθεί θέμα αντισυνταγματικότητας της ως άνω υπουργικής απόφασης η οποία είχε συζητηθεί ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας και αναμενόταν η έκδοση της απόφασης η οποία θα έθετε εκποδών όλη τη διαδικασία.
Με την προπεριγραφείσα στάση του ο πρώτος κατηγορούμενος επιχειρούσε σκοπίμως να συγκαλύψει την πραγματική οικονομική κατάσταση του συγκατηγορουμένου του και πάση θυσία την εμπλοκή του στη συμφωνία με την εταιρεία ccc σχετικά με τη χρηματοδότηση του συγκατηγορουμένου του.
Σύμφωνα με την απόφαση, ο Νίκος Παππάς «διακατέχομενος από αίσθημα υπεροχής και κυριαρχίας χωρίς επίγνωση των σοβαρών επιπτώσεων των ενεργειών του στο δημόσιο συμφέρον το οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε ως κρατικός λειτουργός κατέχοντας το ύψιστο αξίωμα του υπουργού υπό την επίφαση της τήρησης του νόμου και της δι΄ αυτού επιβολής νομιμότητας στον τηλεοπτικό χώρο ενεργούσε με μοναδικό σκοπό την απόκτηση, μέσω του δεύτερου κατηγορουμένου τον οποίον αυτός καθοδηγούσε σε κάθε ενέργεια του, τηλεοπτικού σταθμού φερέφωνου των πολιτικών ιδεών και δράσεων της τότε κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου».
Συγχρόνως «ο πρώτος κατηγορούμενος Νίκος Παππάς επιστρατεύοντας εκ νέου τις διασυνδέσεις και τις επαφές που διατηρούσε λόγω του υπουργικού του αξιώματος και την ισχύ που η θέση αυτή του προσέδιδε ήρθε σε επαφή με επιχειρηματίες διαμηνύοντας ότι ενεργεί σύμφωνα με τη βούληση του τότε πρωθυπουργού επιδιώκοντας τη χρηματοδότηση του συγκατηγορουμένου του για την καταβολή της πρώτης δόσης του τιμήματος. Στις ενέργειες αυτές προέβη όχι βεβαίως με σκοπό να βοηθήσει ένα φιλικό του πρόσωπο, δίκην “ρουσφετιού” , αλλά για να διασφαλίσει με κάθε τρόπο την επιτυχία του δικού του εγχειρήματος δηλαδή την απόκτηση του εν λόγω τηλεοπτικού σταθμού».
«Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του πρώτου κατηγορουμένου Νίκου Παππά μέσω των επαφών και των διασυνδέσεων του με διάφορα πρόσωπα τα οποία κατά την άποψή του είτε διέθεταν τα οικονομικά μέσα όπως οι Μαρινάκης και Αρτεμίου είτε μπορούσαν να ενδώσουν στις πιέσεις του λόγω της δυσχερούς κατάστασης στην οποία βρίσκονταν τη δεδομένη χρονική στιγμή όπως ο Κοντομηνάς ενεργώντας αθεμίτως και κατά κατάχρηση της ισχύος που διέθετε ως υπουργός απέτυχε εν τέλει να εξεύρει χρηματοδότηση ώστε να καταβληθεί η πρώτη δόση του τιμήματος μέχρι τις 26/9 του 2016».
Παράλληλα, η δικαστική απόφαση, αναφέρει:
«Η πρακτική αυτή του κατηγορουμένου όπως αποτυπώνεται από τα περιστατικά τα οποία αποδεικνύονται από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν αποδίδεται σε απλή προσπάθεια ενίσχυσης του εγχειρήματος ενός φιλικού σε αυτόν προσώπου όπως υποστήριξε μέσω των συνηγόρων. Αντίθετα πρόκειται για ένα σύνολο επανειλημμένων εκ μέρους του παράνομων ενεργειών δηλαδή πράξεων και παραλείψεων στις οποίες προέβη προκειμένου να υλοποιήσει το σχεδιασμό του ίδιου και του κόμματος στο οποίο ανήκε για την απόκτηση μέσω του δεύτερου του κατηγορουμένου ως παρένθετου προσώπου τηλεοπτικού σταθμού πραγματικός ιδιοκτήτης του οποίου θα ήταν αυτός και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ που θα καθόριζαν τις τηλεοπτικές πολιτικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων. Με σκοπό μέσω αυτών να προωθηθούν οι πολιτικές θέσεις και τα έργα του κόμματος και της τότε κυβέρνησης επεμβαίνοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης απασχολώντας δημοσιογράφους ενταγμένους στο κόμμα οι οποίοι θα εξυπηρετούσαν τους στόχους αυτούς βλάπτοντας τους λοιπούς συμμετέχοντες στον επίμαχο διαγωνισμό κατά παράβαση της αρχής του υγιούς ανταγωνισμού την οποία ο ίδιος ο πρώτος κατηγορούμενος μέσω του νόμου και της προκήρυξης είχε υποχρέωση να διαφυλάξει».
Ακόμη, αναφέρεται στην απόφαση ότι ο Νίκος Παππάς όφειλε ως εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας κατά την ενάσκηση των υπουργικών του καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που αφορούσαν στη διαδικασία χορήγησης αδειών λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών με ιδιαίτερη δύναμη επιρροής να απέχει από επεμβάσεις στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και στο περιεχόμενο των εκπομπών ώστε να διασφαλίζεται η καθολική παροχή της ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας στην εθνική επικράτεια με πλήρη σεβασμό των συνταγματικών αξιών με διαφάνεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς την οικονομική κατάσταση και τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης καθώς να αποτρέπει τη συγκέντρωση του ελέγχου των μέσων αυτών προκειμένου να διασφαλίζει την εξυπηρέτηση των ως άνω σκοπών δημοσίου συμφέροντος.
Παρά ταύτα ο Νίκος Παππάς κατά το χρονικό διάστημα από τα τέλη του 2015 μέχρι και τις 9/9/2016 εξακολουθητικά συνειδητά έχοντας πλήρη επίγνωση των παραπάνω θεσμικών υποχρεώσεων του προέβη με πρόθεση στις πράξεις δηλαδή ενέργειες και παραλείψεις με τη συνδρομή του συγκατηγορουμένου του Χρήστου Καλογρίτσα κατά την τέλεση των αξιοποίνων πράξεων.
Τέλος, καταλήγει η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου:
«Αποδείχθηκε δηλαδή χωρίς να καταλείπεται η ελάχιστη αμφιβολία περί του αντιθέτου ότι με αφετηρία τη διενέργεια της δημοπρασίας για τη χορήγηση τεσσάρων αδειών σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς προκειμένου να επιβληθεί ο έλεγχος του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και η αξιοποίηση των συχνοτήτων που αποτελούν περιουσιακό στοιχείο του ελληνικού λαού προς όφελος του δύναμη του νόμου 4337 του 2015 όπως συμπληρώθηκε με το νόμο 4357 του 2016 και της υπ΄ αριθμόν 1/2016 προκηρύξης που εν λόγω κατηγορούμενους εξέδωσε χωρίς να ενδιαφέρει το παρόν ποινικό δικαστήριο η ορθότητα, η νομιμότητα, η σκοπιμότητα του νόμου αυτού πολλώ δε μάλλον οι πολιτικές αντιπαραθέσεις που εκδηλώθηκαν κατά την ψήφιση του ή μετά την ισχύ του οι οποίες ουδόλως απασχόλησαν την αποδεικτική διαδικασία ή επηρέασαν την κρίση του δικαστηρίου τούτου που περιορίστηκε αποκλειστικά και μόνο στο στενό πλαίσιο της ενδελεχούς έρευνας και της βασιμότητας ή μη της κατηγορίας που αποδόθηκε στους δύο κατηγορούμενους καθώς και η αντισυνταγματικότητα διατάξεων αυτού που ελέγχθηκαν αρμοδίως από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με σειρά αποφάσεων του ο ανωτέρω ως κορυφαίος υπουργός ο οποίος αναφερόταν απευθείας στον τότε πρωθυπουργό της χώρας και συνεννοείται με την ηγεσία της κυβέρνησης υπό το κράτος της ισχύος της επιρροής και των διασυνδέσεων που διέθετε ενεργώντας εξακολουθητικά με πράξεις και παραλείψεις με πρόθεση παρέβη τα υπηρεσιακά απολύτως συνυφασμένα με την υπουργική του ιδιότητα καθήκοντα σχεδιάζοντας και υλοποιώντας με αδιαφανείς διαδικασίες και αδιαφανές ιδιοκτησιακό καθεστώς την απόκτηση μέσω της δημοπρασίας και υπό το μανδύα της νομιμότητας την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού ο οποίος τυπικά μεν θα λειτουργούσε από τον συγκατηγορούμενό του Χρήστο Καλογρίτσα στην πραγματικότητα όμως θα τελούσε υπό τις εντολές του την καθοδήγηση και τον έλεγχο αυτού και του κόμματός του με σκοπό να περιποιεί στον ίδιο ως κυβερνητικό στέλεχος παράνομη και θίγουσα την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα δύναμη επιρροής στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης ώστε να αποκτήσει αυτός και το κόμμα του με αυτόν τον τρόπο υπεροχή στον τομέα της επικοινωνίας και της ενημέρωσης του κοινού, βλάπτουν τους επιχειρηματίες που διεκδικούσαν άδεια για τηλεοπτικό σταθμό αλλά και το κράτος ως εγγυητή της διαφάνειας της νομιμότητας του άνωθεν των σχετικών διαδικασιών και της πολυφωνίας».
https://www.el.gr