Στις 6 Δεκεμβρίου, ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των κομμουνιστών. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή με την 3η ΕΟΤ. Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη
Στις 6 Δεκεμβρίου, ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των κομμουνιστών. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή με την 3η ΕΟΤ.
Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές του γνώριζαν ότι ο αγώνας τους ήταν σκληρός και άνισος, αλλά ήταν υπέρ πάντων. Η δύναμη ήταν 100 Αξιωματικοί (88 της Χωροφυλακής και 12 του Στρατού) και 430 οπλίτες. Η δύναμη αυτή, εκτός από το προσωπικό του Συντάγματος, προερχόταν και από άλλες αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και της επαρχίας. Ο οπλισμός και τα πυρομαχικά δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν μια τόσο μεγάλη επίθεση.
Το κτιριακό συγκρότημα που στέγαζε το Σύνταγμα Χωροφυλακής Αθηνών ευρίσκετο στην συνοικία Μακρυγιάννη, κάτω από τον Βράχο της Ακρόπολης, η οποία έφερε το όνομα του Ηρωικού αγωνιστή της Επαναστάσεως του 1821 Ιωάννη Μακρυγιάννη, καθώς εκεί ευρίσκετο κάποτε το σπίτι του.
Την ίδια ημέρα, παρουσιάστηκε εθελοντικά στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κωνσταντίνος Κωστόπουλος. Ο Αντισυνταγματάρχης ήταν καθηγητής της Σχολής Χωροφυλακής και υπερασπιστής των οχυρών Μεταξά το 1940-41. Κατά την μάχη της Φλώρινας, ως διοικητής ταξιαρχίας, υπερασπίστηκε την πόλη εναντίον των κομμουνιστών. «Η Πατρίς κινδυνεύει και ήρθα να πολεμήσω εδώ ως απλός στρατιώτης. Με δέχεσθε;» Ο υποδιοικητής του Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς του απήντησε: «Σε έστειλε ο Άγιος Νικόλαος».
Ως ειδικός στις μάχες εντός φρουρίων και τις οδομαχίες, παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αμύνης των εγκαταστάσεων και ανέλαβε την διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων. Το σχέδιο προέβλεπε τρεις γραμμές αμύνης:
-Εξωτερική ζώνη αμύνης ή αλλιώς Α’ Ζώνη Αμύνης,με 7 φυλάκια.
-Η Β’ Ζώνη Αμύνης ή Εσωτερική Ζώνη Αμύνης, περιελάμβανε τα κτίρια του στρατοπέδου που ήταν εφαπτόμενα του περιβόλου και είχαν παράθυρα προς τις γύρω οδούς αλλά και προς το εσωτερικό του περιβόλου και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν προς απόκρουση εξωτερικών επιθέσεων αλλά και επιθέσεων εκ των έσω σε περίπτωση που κάποιο ρήγμα επέτρεπε την διείσδυση του εχθρού στο Στρατόπεδο.
Η Γ’ Ζώνη Αμύνης ή Έσχατη Ζώνη Αμύνης, περιελάμβανε το τριώροφο διοικητήριο στο οποίο είχε τοποθετηθεί η εφεδρεία του Συντάγματος συνισταμένη από 100 περίπου άνδρες. Στην ταράτσα του κτιρίου είχε εγκατασταθεί παρατηρητήριο και φυλάκιο. Τα δυο πυροβόλα είχαν τοποθετηθεί στην νοτιοδυτική γωνία του διοικητηρίου ανάμεσα στα μαγειρεία και τα εστιατόρια, ενώ το τεθωρακισμένο όχημα παροπλίσθηκε καθώς παρουσίαζε συχνές μηχανικές βλάβες και τα τρία πολυβόλα του τοποθετήθηκαν στα φυλάκια.
Την ημέρα της 5ης Δεκεμβρίου οι άνδρες του Συντάγματος άκουγαν τους θορύβους των μαχών που είχαν ξεσπάσει στα διάφορα αστυνομικά τμήματα των Αθηνών. Τα παρατηρητήρια της Χωροφυλακής άκουγαν όλο το βράδυ θορύβους από κινήσεις τροχοφόρων και βαδίσματος μεγάλων ομάδων πεζοπόρων τμημάτων.Ήταν πια φανερό ότι πλησίαζε η ώρα της επίθεσης.
Ο Διοικητής Συνταγματάρχης Σαμουήλ, κάλεσε τους αξιωματικούς και τους απηύθυνε, με φωνή που παλλόταν από συγκίνηση, τα πιο κάτω απλά, αλλά συγκλονιστικά για την απλότητα της έκφρασης τους λόγια:
<<Παιδιά μου, σήμερα ή αύριο θα αντιμετωπίσουμε πολυάριθμο, επικίνδυνο και καλά εξοπλισμένο εχθρό, φανατικό στην εγκληματική του ιδεολογία. Πρέπει να αγωνιστούμε όλοι μας με την ίδια αποφασιστικότητα και την ίδια πίστη που επέδειξε το σώμα της Χωροφυλακής από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα Πιθανόν να υποχρεωθούμε να αμυνθούμε μέχρις εσχάτων, και πιθανόν να χρησιμοποιήσωμεν και την λόγχη, ακόμα και να έλθωμεν σώμα με σώμα με τους κομμουνιστές. Η θυσία για την πατρίδα πρέπει να μας εμπνέει και το υπέρτατο χρέος προς την τιμή των όπλων μας, πρέπει να μας οιστρηλατεί. Καμιά ανθρώπινη δύναμη στον κόσμο δεν είναι δυνατόν να μας λυγίσει και να μας υποτάξει, όταν έχουμε μπροστά μας το παράδειγμα των Σουλιωτών και των πολιορκημένων του Μεσολογγίου, που αναγκάστηκαν να τρέφονται και με φύλλα δένδρων ακόμα για να μην παραδοθούν. Η Ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από δάκρυα και αίμα, ηρωισμούς και θυσίες. Γι’ αυτό συνεχίζει τον ένδοξο δρόμο της η αθάνατη αυτή φυλή που λάτρεψε την ανδρεία και θεοποίησε την παλικαριά. Δεν θα λογαριάσουμε τον αριθμό των αντιπάλων μας. Τον Οκτώβριο του 1940 το ίδιο πράξαμε. Η ανδρειωμένη ψυχή της φυλής μας δεν λογάριασε τα εκατομμύρια των λογχών του εχθρού, γιατί η παλικαριά δεν μετριέται με τον πήχη, ούτε ζυγίζεται. Δημιουργεί, εξυψώνει και επιτυγχάνει θαύματα. Ο εχθρός δεν πρέπει να καταλάβει το οχυρό μας.>>
«ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ»
Αυτό είναι το σύνθημα μας, αυτές οι λέξεις πρέπει να σας εμπνέουν και να σας καθοδηγούν.
«ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ»
Φώναξαν αμέσως οι Χωροφύλακες.
Στις 05:45 της 6ης Δεκεμβρίου, ξεκίνησε η σκληρότερη αλλά και αποφασιστικότερη μάχη των Δεκεμβριανών. Ξεκίνησε με σφοδρό βομβαρδισμό και πυκνά πυρά πεζικού από πολλές κατευθύνσεις. Ιδιαίτερα καταστρεπτικά ήταν τα πυρά από τα ορειβατικά πυροβόλα των κομμουνιστών που ήταν ταγμένα στους λόφους Αρδήττου και Φιλοπάππου.Παρά την σθεναρή αντίσταση, οι Ελασίτες κατέλαβαν 4 φυλάκια. Όσοι υπερασπιστές τους δεν σκοτώθηκαν ή δεν συμπτύχθηκαν προς το στρατόπεδο, συνελήφθησαν, διαπομπεύθηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Συνεχίζοντας την επίθεση, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατινάξουν με εκρηκτικά μέρος της περίφραξης. Σοβαρή επίπτωση στο ηθικό τους είχε η ανατίναξη, από βολή πυροβόλου, των εκρηκτικών που μετέφεραν σε ένα φυλάκιο που είχαν καταλάβει και ο θάνατος των 70 συντρόφων τους που τα συνόδευαν.
Οι απώλειες των αμυνομένων κατά την πρώτη ημέρα ήταν σημαντικές. 14 νεκροί, 33 τραυματίες και 41 αγνοούμενοι. Βεβαίως οι Ελασίτες είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες. Ο διευθύνων τις επιχειρήσεις αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερησία διαταγή, η οποία μεταξύ των άλλων έγραφε: «Θα διατηρώ την ανάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 η Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτού του Πεζικού εις το οποίον ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».
Την επομένη, οι επιτιθέμενοι αρκέστηκαν σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Τις νυκτερινές ώρες της 7ης προς 8ης Δεκεμβρίου, οι επιτιθέμενοι ανατίναξαν μέρος του νοτίου τμήματος της περίφραξης και την 9η ακόμη ενός τμήματος. Την 8η Δεκεμβρίου, οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη με αιφνιδιαστική αντεπίθεση ανακατέλαβαν δύο φυλάκια, συνέλαβαν 50 αιχμαλώτους και παρέλαβαν πολλά όπλα και πυρομαχικά.
Στις 9 του μηνός, οι κομμουνιστές δέχθηκαν την ενίσχυση ενός τάγματος, ενός λόχου και δύο πυροβόλων και το πρωί της επομένης εξαπέλυσαν σφοδρότατη επίθεση, αλλά μέχρι την 18:00 αποκρούστηκαν από τους αμυνόμενους.
Οι κομμουνιστές χρησιμοποιώντας αυτοσχέδιους τηλεβόες, τα γνωστά τότε «χωνιά», πότε απειλούσαν τους χωροφύλακες με σφαγή, πότε τους καλούσαν σε παράδοση και πότε διέδιδαν ψευδείς ειδήσεις ότι δήθεν το Σύνταγμα κατελήφθη. Από την πλευρά τους οι χωροφύλακες με δικά τους χωνιά διέψευδαν τους ισχυρισμούς των κομμουνιστών και δήλωναν ότι θα πεθάνουν μέχρι ενός.
Το ξημέρωμα της 10ης Δεκεμβρίου οι κομμουνιστές εξαπέλυσαν τον πλέον σφοδρό βομβαρδισμό από τα υπάρχοντα αλλά και νέα πυροβολεία που είχαν δημιουργηθεί το τελευταίο τριήμερο.
Στις 09.00 εκδηλώνεται γενική επίθεση των Ελασιτών αλλά η ορμή των κομμουνιστών αναχαιτίζεται.
Μετά από δύο ώρες ανάπαυλα, στις 13.00, επαναλαμβάνεται ο πρωινός σφοδρός βομβαρδισμός και μισή ώρα μετά εκδηλώνεται νέα γενική επίθεση των κομμουνιστών, η οποία αναχαιτίζεται όπως και η πρώτη. Αλλεπάλληλες επιθέσεις ακολουθούν οι οποίες στις στις 18.00 σταματούν.Η επίθεση είχε τελικά αποτύχει.
Την νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου, μετά από την άφιξη νέων ενισχύσεων, οι αντάρτες επιχείρησαν νέα αιφνιδιαστική επίθεση και γι’ αυτό δεν προηγήθηκε προπαρασκευή πυροβολικού. Όμως οι αμυνόμενοι, λόγω του άριστου συστήματος πληροφοριών που διέθεταν, περίμεναν την ενέργεια. Στις 20.00, ένας λόχος με 100 άνδρες προσπάθησε να εισβάλει από το ρήγμα της νότιας περίφραξης, αλλά έπεσε σε νάρκες και τα πυρά των αμυνομένων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς. Το ίδιο ανεπιτυχής ήταν και η προσπάθεια που έγινε δύο ώρες μετά. Τα μεσάνυχτα, από ρήγμα που δημιούργησαν στην δυτική περίφραξη δύο δυναμιτιστές, προσπάθησαν να διεισδύσουν κρυφά ομάδες Ελασιτών. Όμως φωτιστικά βλήματα μετέτρεψαν την νύκτα σε μέρα και επέτρεψαν στους χωροφύλακες να κατατροπώσουν τους εισβολείς που είχαν τρομερές απώλειες.
Στις 12 Δεκεμβρίου, σταμάτησαν οι επιθέσεις. Μέχρι την 15η του μηνός κάποιες προσπάθειες των κομμουνιστών έπεσαν στο κενό. Στις 17 Δεκεμβρίου το μεσημέρι το Σύνταγμα δέχθηκε τρίωρο βομβαρδισμό ενώ ισχυρές δυνάμεις Ελασιτών συγκεντρώθηκαν κάτω από την Ακρόπολη αλλά καμία επίθεση δεν εκδηλώθηκε. Στις 18 Δεκεμβρίου η πολιορκία είχε ουσιαστικά λυθεί.Η μάχη του Μακρυγιάννη είχε χαθεί για τον ΕΛΑΣ. Το οχυρό, παρά την μικρότερη δύναμή του και τον κατώτερο εξοπλισμό του, άντεξε.
Η μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ήταν μια σκληρή και συνεχής μάχη με πολλούς νεκρούς και τραυματίες.
Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων συνέβαλε σημαντικά στο να μείνει ελεύθερο το μικρό κομμάτι της Αθήνας, στο οποίο είχαν έδρα η ελληνική κυβέρνηση και οι περισσότερες ξένες αποστολές. Μετά την νίκη αυτή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το κομμουνιστικό κίνημα.
Σκοπός των κομμουνιστών ήταν η κατάληψη του κέντρου των Αθηνών ώστε, αφενός, να εξοντωθεί ή τουλάχιστον να εκδιωχτεί η νόμιμη ελληνική κυβέρνηση και αφ’ ετέρου, να εγκατασταθεί κυβέρνηση «συνασπισμού», δηλαδή κομμουνιστική.
Τελικά δεν πέτυχε το σχέδιο των κομμουνιστών.
efenpress.gr-neapolitiki.gr